– Πὼς τὸ πεντοχίλιαρο ἔχει τὸ 666 καὶ τὸ χρησιμοποιοῦμε; Τὸ ἴδιο θὰ εἶναι καὶ ἡ ταυτότητα;
– Τὸ πεντοχίλιαρο εἶναι νόμισμα- καὶ ἡ λίρα τῆς Ἀγγλίας ἔχει ἐπάνω την Βικτώρια, αὐτὸ δὲν μὲ πειράζει. «Τὰ Καίσαρος Καίσαρι». Ἐδῶ ὅμως εἶναι ἡ ταυτότητα μου, εἶναι κάτι προσωπικό, δὲν εἶναι νόμισμα. Ταυτότητα σημαίνει ὅτι καὶ ἡ λέξη, ταυτίζεται δηλαδὴ κανεὶς μ’ αὐτὰ ποὺ δηλώνει. Βάζουν τὸ διάβολο καὶ ὑπογράφω ὅτι τὸν ἀποδέχομαι. Πὼς νὰ τὸ κάνω αὐτό;
– Γέροντα τί σχέση ἔχει αὐτὴ ἡ ταυτότητα μὲ τὸ σφράγισμα;
– Ἡ ταυτότητα δὲν εἶναι σφράγισμα, εἶναι ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ σφραγίσματος.
– Ὁ κόσμος Γέροντα, ρωτάει τί νὰ κάνει σχετικὰ μὲ τὶς νέες ταυτότητες.
– Ἐσεῖς καλύτερα, ὅταν σᾶς ρωτοῦν, νὰ τοὺς λέτε νὰ συμβουλεύονται τοὺς πνευματικούς τους καὶ νὰ κάνουν ὑπομονὴ νὰ δοῦν πὼς θὰ ἐνεργήσει ἡ Ἐκκλησία, γιατί πολλοὶ κάνουν ἐρωτήσεις, ἀλλὰ λίγοι καταλαβαίνουν τὶς ἀπαντήσεις. Ἀφοῦ ξεκάθαρα τὸ γράφω στὸ φυλλάδιο «Σημεῖα τῶν καιρῶν», ἂς ἐνεργήσει ὁ καθένας ἀνάλογα μὲ τὴν συνείδηση του. Βέβαια μερικοὶ εἶπαν: «Ἔ, αὐτὰ εἶναι μιὰ γνώμη ἑνὸς καλογήρου, δὲν εἶναι ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας». Ἐγὼ ὅμως δὲν εἶπα δική μου γνώμη, ἀλλὰ διατύπωσα ἁπλᾶ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Εὐαγγελίου, γιατί τὴν δική μας γνώμη πρέπει νὰ τὴν ὑποτάσσουμε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐκφράζεται μέσα στὸ Εὐαγγέλιο.
Ἄλλοι, ἀντίθετα ἀπὸ ὅσα λέω, λένε ὅτι τὰ εἶπε ὁ π. Παΐσιος. Μερικοὶ πάλι ποὺ τὰ ἀκοῦν, ἀφοῦ εἶναι τόσο σοβαρὰ θέματα, δὲν ρωτοῦν ἂν εἶναι ἔτσι, ἂν πράγματι τὰ εἶπα, ἀλλὰ τὰ πιστεύουν. Ἐγὼ δὲν φοβᾶμαι, τὰ λέω ἔξω ἀπ τὰ δόντια. Ἔρχονται στὸ Καλύβι, πετᾶν ἑξάρια στὸ κουτί. Καλὰ αὐτά, τέλος πάντων! Μιὰ μέρα πέταξαν μιὰ πινακίδα ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα….. Νόμιζα ὅτι ἦρθε κάποιος, δὲν μὲ βρῆκε καὶ ἔγραψε «ἀπουσιάζει», γιὰ νὰ τὸ δεῖ καὶ κανεὶς ἄλλος. Κοιτάω μετά, τί νὰ δῶ! Εἶχε μιὰ βρισιά! Τέτοια βρισιὰ δὲν εἶχα ἀκούσει οὔτε κοσμικός.
Θὰ φάει ἕνα σκούπισμα ὅλη αὐτὴ ἡ κατάσταση, ἀλλὰ θὰ περάσουμε μιὰ μπόρα. Ὁ κόσμος ἔχει ξεσηκωθεῖ, καὶ ἐμεῖς πρέπει νὰ ξεσηκωθοῦμε μὲ πολλὴ προσευχή.
Ἄλλοι ἐνδιαφέρονται γιὰ τὸ θέμα τῶν ταυτοτήτων, ἄλλοι τὸ ἐκμεταλλεύονται καὶ δημιουργοῦν προβλήματα. Ἡ Ἐκκλησία πρέπει νὰ πάρει μιὰ θέση σωστή. Νὰ μιλήσει, νὰ ἐξηγήσει στοὺς πιστούς, γιὰ νὰ καταλάβουν ὅτι, ἂν πάρουν τὴν ταυτότητα, αὐτὸ θὰ εἶναι πτώση. Συγχρόνως νὰ ζητήσει ἀπὸ τὸ κράτος τοὐλάχιστον νὰ μὴν εἶναι ὑποχρεωτικὴ ἡ νέα ταυτότητα. Ἂν ἡ Ἐκκλησία λάβει μιὰ θέση σοβαρὴ καὶ σεβασθοῦν τὴν ἐλευθερία τῶν πιστῶν, καὶ ὅποιος θέλει θὰ βγάλει νέα ταυτότητα, ὅποιος θέλει θὰ ἔχει τὴν παλιά, τότε θὰ τὴν πληρώσουν μόνο μερικὰ γερὰ καρύδια, γιατί οἱ ἄλλοι θὰ τοὺς πηγαίνουν κόντρα. Ὁ πολὺς κόσμος θὰ κάνη τὴν δουλειά του. Ὅσοι θὰ θέλουν νὰ ἐξυπηρετηθοῦν θὰ ἔχουν τὴν νέα καὶ οἱ ἄλλοι οἱ καημένοι, οἱ εὐλαβεῖς θὰ ἔχουν τὴν παλιὰ ταυτότητα καὶ θὰ τοὺς ταλαιπωροῦν.
– Γέροντα, εἶπαν ἀκόμη, ἐπειδὴ ἔχουμε ἀνεξιθρησκία, νὰ μὴν ἀναγράφεται τὸ θρήσκευμα στὶς νέες ταυτότητες.
– Ναί, αὐτοὺς δὲν τοὺς ἐνδιαφέρει, ἐμένα ὅμως μὲ ἐνδιαφέρει, γιατί εἶναι ἡ ταυτότητά μου. Γράφει ἀπὸ ποὺ εἶμαι καὶ τί εἶμαι. Ἂν δὲν μπεῖ τὸ θρήσκευμα, θὰ δημιουργηθοῦν προβλήματα. Θὰ πάει λ.χ. ἕνας στὸ γραφεῖο γάμων. Ἂν λέει ἡ ταυτότητα «Ὀρθόδοξος» – ἄσχετα πόσων καρατίων εἶναι- ἐντάξει. Ἂν ὅμως δὲν γράφει τὸ θρήσκευμα, πὼς θὰ τοῦ δώσουν ἄδεια γάμου; Γιὰ τὴν Ἐκκλησία αὐτὸ εἶναι μπέρδεμα. Ἂν πάλι μπεῖ τὸ θρήσκευμα προαιρετικά, θὰ εἶναι καὶ σὰν ὁμολογία. Ἡ Εὐρώπη εἶναι Εὐρώπη. Ἐδῶ εἶναι διαφορετικά.
Ὕπουλος τρόπος εἰσαγωγῆς τοῦ σφραγίσματος
Σιγά-σιγά, μετὰ τὴν κάρτα καὶ τὴν ταυτότητα, δηλαδὴ τὸ «φακέλωμα», θὰ προχωρήσουν πονηρὰ στὸ σφράγισμα. Μὲ διάφορα πονηρὰ μέσα θὰ κάνουν ἐκβιασμούς, γιὰ νὰ δέχονται οἱ ἄνθρωποι τὸ σφράγισμα στὸ μέτωπο ἢ στὸ χέρι. Θὰ στριμώξουν τὰ πράγματα καὶ θὰ ποῦν: «Μόνο μὲ τὶς κάρτες θὰ κινησθε, τὰ χρήσιμα θὰ καταργηθοῦν». Θὰ δίνη κανεὶς τὴν κάρτα στὸ κατάστημα καὶ θὰ ψωνίζει, καὶ ὁ καταστηματάρχης θὰ παίρνει τὰ χρήματα ἀπὸ τὴν Τράπεζα. Ὅποιος δὲν θὰ ἔχει κάρτα, δὲν θὰ μπορεῖ οὔτε νὰ πουλάει οὔτε νὰ ἀγοράζει. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος θὰ ἀρχίζουν νὰ διαφημίζουν «τὸ τέλειο σύστημα», τὸ σφράγισμα μὲ ἀκτῖνες λέϊζερ μὲ τὸ 666 στὸ χέρι ἢ στὸ μέτωπο, ποὺ δὲν θὰ διακρίνεται ἐξωτερικά.
Συγχρόνως στὴν τηλεόραση θὰ δείχνουν ὅτι ὁ τάδε πῆρε τὴν κάρτα τοῦ τάδε καὶ τοῦ πῆρε τὰ χρήματα ἀπὸ τὴν Τράπεζα καὶ θὰ λένε συνέχεια: «Πιὸ σίγουρο εἶναι τὸ σφράγισμα εἶναι τὸ τελειότερο σύστημα. Οὔτε τὸ κεφάλι μπορεῖ νὰ πάρει ὁ ἄλλος οὔτε τὸ χέρι, οὔτε τὸ σφράγισμα βλέπει». Γι’ αὐτὸ τώρα ἀφήνουν τοὺς ληστές, τοὺς κακοποιοὺς νὰ ὀργώνουν. Δεκαπέντε Κελιὰ λήστεψαν ἐκεῖ γύρω στὶς Καρυές. Ἕναν τὸν σκότωσαν, γιὰ νὰ τὸν ληστέψουν. Ἔτσι θὰ βρεῖ τότε εὐκαιρία ὁ καθένας νὰ καταπατήσει καὶ νὰ πάρει ὅτι θέλει. Ἂς ποῦμε, ἂν θέλει νὰ καταπατήσει ἕνα χωράφι, θὰ πεῖ ὅτι ἦταν δῆθεν τοῦ παπποῦ του ἢ ὅτι τὸ εἶχε νοικιάσει κάποτε γιὰ βοσκοτόπι, ὁπότε ἄντε νὰ βρεῖς ἄκρη. Θὰ ποῦν μετὰ οἱ ἁρμόδιοι: «Δυστυχῶς δὲν μποροῦμε νὰ τοὺς ἐλέγξουμε ὁ ἔλεγχος μόνο μὲ τὸ κομπιοῦτερ μπορεῖ νὰ γίνει», καὶ θὰ προχωρήσουν στὸ σφράγισμα. Θὰ χτυπάει μετὰ τὸ κομπιοῦτερ, θὰ βλέπει ἂν εἶσαι σφραγισμένος, γιὰ νὰ σὲ ἐξυπηρετήσει ἢ ὄχι.
Τὰ τριάμισι χρόνια θὰ εἶναι δύσκολα καὶ θὰ τὴν πληρώσουν μερικοὶ ποὺ δὲ θὰ συμφωνήσουν μὲ αὐτὸ τὸ σύστημα. Γι’ αὐτοὺς ὅλο καὶ κάποια αἰτία θὰ βρίσκουν καὶ θὰ τοὺς κλείνουν στὴ φυλακή. Μετὰ ἕναν χρόνο θὰ τοὺς πηγαίνουν σὲ ἄλλη πόλη γιὰ ἀνακρίσεις, γιὰ νὰ περάσουν ἀπὸ ἄλλο δικαστήριο, ἀπὸ τὴν μία πόλη στὴν ἄλλη. Ὕστερα θὰ ποῦν: «Μᾶς συγχωρεῖς, εἶσαι ἀθῶος. Ἂν ἤσουν σφραγισμένος, θὰ τὸ ἐλέγχαμε σὲ ἕνα λεπτό. Τώρα δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τὸν ἔλεγχο».
– Γέροντα, θὰ μποροῦν νὰ ἐπιβάλλουν μὲ τὴν βία τὸ σφράγισμα;
Μέχρι ἐκεῖ ἡ … εὐγένεια τους δὲν θὰ φτάσει! Θὰ εἶναι εὐγενεῖς, γιατί θὰ εἶναι Εὐρωπαῖοι. Θὰ δείξουν ἀνωτερότητα. Δὲν θὰ βασανίζουν τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ δὲν θὰ μπορεῖ νὰ ζήση ὁ ἄνθρωπος ἂν δὲν ἔχει τὸ σφράγισμα.
Θὰ λένε: «Χωρὶς τὸ σφράγισμα ταλαιπωρεῖσθε! Ἂν τὸ δεχόσασταν, δὲν θὰ δυσκολευόσασταν». Οὔτε χρυσᾶ νομίσματα οὔτε δολάρια, ἂν ἔχει, θὰ μπορεῖ νὰ τὰ χρησιμοποιεῖ. Γι αὐτό, ἂν φροντίσει κανεὶς νὰ ζεῖ ἀπὸ τώρα ἁπλᾶ, λιτά, θὰ μπορεῖ νὰ καλλιεργήσει λίγο σιτάρι, πατάτες. Νὰ βάλει λίγα ἐλαιόδεντρα, καὶ τότε μὲ κανένα ζῶο, καμία κατσίκα, λίγες κότες θὰ μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς ἀνάγκες τῆς οἰκογένειας του. Γιατί καὶ προμήθειες νὰ κάνεις, δὲν ὠφελεῖ πολύ, ἀφοῦ καὶ τρόφιμα δὲν κρατοῦν χαλοῦν γρήγορα. Φυσικά, τὸ στρίμωγμα θὰ διαρκέσει λίγο, τρία- τριάμισι χρόνια. Θὰ συντομευτοῦν οἱ ἡμέρες γιὰ τοὺς ἐκλεκτούς. Δὲν θὰ καταλάβουν πότε θὰ περάσουν. Ὁ Θεὸς δὲν θὰ ἀφήσει ἀβοήθητο τὸν ἄνθρωπο.
– Γέροντα, σ’ αὐτὰ τὰ δύσκολα χρόνια θὰ ἐπέμβει ὁ Χριστός;
Ναί. Ἐδῶ βλέπεις, σὲ ἕναν ἀδικημένο ποὺ ἔχει καλὴ διάθεση, ἐπειδὴ δικαιοῦται τὴν θεία βοήθεια, παρουσιάζονται πολλὲς φορὲς οἱ Ἅγιοι, ἡ Παναγία, ὁ Χριστός, γιὰ νὰ τὸν σώσουν πόσο μᾶλλον τώρα ποὺ θὰ βρίσκεται σὲ τόσο δύσκολη κατάσταση ὁ καημένος ὁ κόσμος.
Τώρα μιὰ μπόρα θὰ εἶναι, μιὰ μικρὴ κατοχὴ τοῦ ἀντίχριστου σατανᾶ. Θὰ φάει μετὰ μιὰ σφαλιάρα ἀπὸ τὸν Χριστό, θὰ συγκλονισθοῦν ὅλα τὰ ἔθνη καὶ θὰ ἔρθει ἡ γαλήνη στὸν κόσμο γιὰ πολλὰ χρόνια. Αὐτὴν τὴν φορὰ θὰ δώσει ὁ Χριστὸς μιὰ εὐκαιρία, γιὰ νὰ σωθεῖ τὸ πλάσμα Του, θὰ ἀφήσει τὸ πλάσμα του ὁ Χριστός; Θὰ παρουσιασθεῖ στὸ ἀδιέξοδο τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ τοὺς σώσει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Ἀντίχριστου. Θὰ ἐπιστρέψουν στὸ Χριστὸ καὶ θὰ ἔρθει μιὰ πνευματικὴ γαλήνη σὲ ὅλην τὴν οἰκουμένη γιὰ πολλὰ χρόνια.
Μερικοὶ συνδυάζουν μὲ αὐτὴν τὴν ἐπέμβαση τοῦ Χριστοῦ τὴν Δευτέρα Παρουσία. Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ τὸ πῶ. Ὁ λογισμός μου λέει ὅτι δὲν θὰ εἶναι ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ἔρθει ὡς Κριτής, ἀλλὰ μιὰ ἐπέμβαση τοῦ Χριστοῦ, γιατί εἶναι τόσα γεγονότα ποὺ δὲν ἔχουν γίνει ἀκόμη. Θὰ ἐπέμβει ὁ Χριστός, θὰ δώσει μιὰ σφαλιάρα σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ σύστημα, θὰ πατάξει ὅλο τὸ κακὸ καὶ θὰ τὸ βγάλει σὲ καλὸ τελικά. Θὰ γεμίσουν οἱ δρόμοι προσκυνητάρια. Ἔξω τὰ λεωφορεῖα θὰ ἔχουν εἰκόνες. Θὰ πιστέψουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Θὰ σὲ τραβᾶν, γιὰ νὰ τοὺς πεῖς γιὰ τὸ Χριστό! Ἔτσι θὰ κηρυχθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο σὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη καὶ τότε ὁ Χριστὸς θὰ ἔρθει ὡς Κριτὴς νὰ κρίνει τὸν κόσμο. Ἄλλο Κρίση, ἄλλο μιὰ ἐπέμβαση τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ βοηθήσει τὸ πλάσμα Του.
Σφράγισμα ἴσον ἄρνηση
Ἐνῷ ξεκάθαρα ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἀναφέρει στὴν Ἀποκάλυψη γιὰ τὸ χάραγμα, μερικοὶ δὲν καταλαβαίνουν. Τί νὰ τοὺς πεῖς; Ἀκούει δυστυχῶς κανεὶς ἕνα σωρὸ ἀνοησίες τοῦ μυαλοῦ ἀπὸ ὁρισμένους σημερινοὺς «Γνωστικούς». Ἕνας λέει: «Ἐγὼ θὰ δεχθῶ τὴ ταυτότητα μὲ τὸ 666 καὶ θὰ βάλω καὶ ἕναν σταυρό». Ἄλλος: «Ἐγὼ θὰ δεχθῶ τὸ σφράγισμα στὸ μέτωπο καὶ θὰ κάνω καὶ ἕναν σταυρὸ στὸ μέτωπο..» καὶ ἕνα σωρὸ παρόμοιες ἀνοησίες. Νομίζουν ὅτι θὰ ἁγιαστοῦν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἐνῷ αὐτὰ εἶναι πλάνες. Ἕνας δεσπότης μου εἶπε: «Ἐγὼ ἐκεῖ ποὺ θὰ ὑπογράψω θὰ βάλω δίπλα ἕναν σταυρό. Δὲν τὸν ἀρνοῦμαι τὸν Χριστό, ἁπλῶς ἐξυπηρετοῦμαι». «Ἐντάξει, τοῦ λέω, ἐσὺ εἶσαι Δεσπότης καὶ βάζεις στὸ ὄνομα σοῦ λόγῳ ἰδιότητος ἕναν σταυρό. Ὁ κόσμος τί θὰ κάνη;» τὸ βρώμικο δὲν ἁγιάζεται. Τὸ καθαρὸ νερὸ δέχεται τὴν Χάρη καὶ γίνεται ἁγιασμός.
Ἡ πέτρα μὲ θαῦμα γίνεται ψωμί. Ἡ ἀκαθαρσία δὲν δέχεται ἁγιασμό. Ἑπομένως, ὁ διάβολος, ὁ Ἀντίχριστος, ὅταν εἶναι στὴν ταυτότητα μᾶς ἢ στὸ χέρι ἢ στὸ μέτωπό μας, μὲ τὸ σύμβολο του, δὲν ἁγιάζεται, ἂν βάλουμε καὶ ἕναν σταυρό.
Ἔχουμε τὴν δύναμη τοῦ τιμίου Σταυροῦ, τοῦ Ἁγίου Συμβόλου, τὴν θεία Χάρη τοῦ Χριστοῦ, μόνο ὅταν διατηροῦμε την Χάρη τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, μὲ τὸ ὁποῖο ἀπαρνούμαστε τὸ σατανᾶ, συντασσόμαστε μὲ τὸ Χριστὸ καὶ δεχόμαστε τὸ ἅγιο Σφράγισμα, «Σφραγὶς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου». Βλέπεις, προχωρᾶνε μὲ μιὰ λογική… Θὰ βάλουν δίπλα ἕνα σταυρό, καὶ ἐντάξει! Καὶ ἐνῷ βλέπουμε ὅτι ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἐξωτερικὰ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ἦταν ἄρνηση, αὐτοὶ ἀρνοῦνται τὸ Ἅγιο Σφράγισμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ τοὺς δόθηκε στὸ Ἅγιο Βάπτισμα, μὲ τὸ νὰ δέχονται τὴν σφραγῖδα τοῦ Ἀντιχρίστου, καὶ νὰ λένε ὅτι ἔχουν μέσα τους τὸ Χριστό!!!
– Γέροντα ἂν κάποιος δεχθεῖ τὸ σφράγισμα ἀπὸ ἄγνοια;
Ἀπὸ ἀδιαφορία θὰ εἶναι. Τί ἄγνοια, ὅταν εἶναι ξεκάθαρα τὰ πράγματα; Καὶ νὰ μὴν ξέρει κανείς, πρέπει νὰ ἐνδιαφερθεῖ, νὰ μάθη. Ἂν ποῦμε ὅτι δὲν ξέραμε, γι’ αὐτὸ δεχθήκαμε τὸ σφράγισμα, θὰ μᾶς πεῖ ὁ Χριστός: «Ὑποκριταί, τὸ μὲν πρόσωπον τοῦ οὐρανοῦ γινώσκετε διακρίνειν, τὰ δὲ σημεῖα τῶν καιρῶν οὐ δύνασθε γνῶναι;».
Ἔστω καὶ ἀγνοία του νὰ σφραγισθεῖ κάποιος, χάνει τὴν θεία Χάρη καὶ δέχεται τὴν δαιμονικὴ ἐνέργεια. Βλέπεις, τὸ παιδάκι στὸ Ἅγιο Βάπτισμα, ὅταν ὁ ἱερεὺς τὸ βουτάει στὸ νερό, λαμβάνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, χωρὶς ἐκεῖνο νὰ τὸ ξέρει καὶ μετὰ κατοικεῖ μέσα του ἡ θεία Χάρις.
Πηγή: “Πνευματικὴ Ἀφύπνιση”, Γέροντος Παϊσίου, Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης, σελ. 183-190