ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου – Καθηγητοῦ
(Θεολογικὸ σχόλιο στὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου)
Ἡ ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἕναν χαρμόσυνο ἑορτολογικὸ σταθμὸ μέσα στὴν ὄντως εὐφρόσυνη ἀναστάσιμη περίοδο τῆς Ἐκκλησίας μας. Μὲ αἰσθήματα ἀγαλλιάσεως οἱ ὀρθόδοξοι πιστοὶ κατακλύζουμε τὴν ἱερὴ αὐτὴ ἡμέρα τοὺς ναοὺς γιὰ νὰ ἀναπέμψουμε εὐχαριστήριες ὠδὲς στὸ Σωτῆρα καὶ Λυτρωτή μας Κύριο καὶ νὰ ὑμνήσουμε τὴν ἁγία Ἀνάληψή Του στοὺς οὐρανούς, ἐκεῖ ἀπὸ ὅπου καταδέχθηκε νὰ κατέβει, προκειμένου νὰ ἐπιτελέσει τὸ σωτήριο ἔργο τοῦ ἀνθρωπίνου γένους (Ἰωάν.3,13.Φιλιπ.2,6-11). Ὑμνοῦμε τὴν ἐπάνοδό Του στὸ θεῖο θρόνο τῆς ἄφατης μεγαλοσύνης Του, στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα, πρὸς τὸν Ὁποῖο θὰ εἶναι ἐς ἀεὶ ὁ μεγάλος καὶ αἰώνιος μεσίτης μᾶς (Α’ Τίμ.2,5).
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μετὰ τὴν λαμπροφόρο Ἀνάστασή Του ἀπὸ τοὺς νεκρούς, δὲν ἐγκατέλειψε ἀμέσως τὸν κόσμο, ἀλλὰ συνέχισε γιὰ σαράντα ἡμέρες νὰ ἐμφανίζεται στοὺς μαθητὲς Τοῦ (Πράξ.1,3). Αὐτὲς οἱ μεταναστάσιμες ἐμφανίσεις Τοῦ πρὸς αὐτοὺς εἶχαν πολὺ μεγάλη σημασία. Ἔπρεπε οἱ πρώην δύσπιστοι καὶ φοβισμένοι μαθητὲς νὰ βιώσουν τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Διδασκάλου τους καὶ νὰ ἀποβάλλουν κάθε δισταγμὸ καὶ ψῆγμα ἀπιστίας γιὰ Ἐκεῖνον. Ἔπρεπε νὰ ἀποβάλλουν κάθε ἴχνος λαθεμένης μικροεθνικιστικῆς ἰουδαϊκῆς ἀντίληψης γιὰ τὸ Μεσσία.
Νὰ συνειδητοποιήσουν πλήρως τὸν πανανθρώπινο χαρακτῆρα τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Σωτῆρα καὶ νὰ ξεχάσουν κάθε σκέψη γιὰ «ἀνάσταση τοῦ βασιλικοῦ θρόνου του Δαβὶδ» καὶ τὴν κυριαρχία τοῦ κόσμου.
Οἱ θαυμαστὲς μεταναστάσιμες ἐμφανίσεις Του καὶ οἱ προχωρημένες πιὰ καὶ πνευματικοῦ χαρακτῆρα νουθεσίες ἀποτέλεσαν σημαντικὸ παράγοντα γιὰ τὴ διαμόρφωση νέας ἀντιλήψεως γιὰ τὸ θεῖο πρόσωπο τοῦ Λυτρωτῆ Χριστοῦ καὶ τὸ σωτήριο ἱεραποστολικὸ ἔργο ποὺ εἶχαν ταχθεῖ ἀπὸ Ἐκεῖνον νὰ ἐπιτελέσουν στὸ ἑξῆς. «Διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν, ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, τοῦ συνιέναι τὰς γραφὰς καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὅτι οὕτω γέγραπται καὶ οὕτως ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ ἀναστῆναι ἐκ νεκρῶν τὴ τρίτη ἡμέρα, καὶ κηρυχθῆναι ἐπὶ τὸ ὀνόματι αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τὰ ἔθνη, ἀρξάμενον ἀπὸ Ἱερουσαλήμ. Ὑμεῖς δὲ ἐστε μάρτυρες τούτων. Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρὸς μοῦ ἐφ’ ὑμᾶς» (Λούκ.24,45-49). Ἡ πιὸ ἐλπιδοφόρα ἀναγγελία Τοῦ πρὸς αὐτοὺς ἦταν ἡ διαβεβαίωση πὼς «ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμὶ πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Μάτθ.28,20) καὶ «καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλὴμ ἕως οὐ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ’ ύψους» (Λούκ.24,49), προαναγγέλλοντας τὴν ἐπιδημία τοῦ Παναγίου Πνεύματος πρὸς αὐτοὺς καὶ τὴν Ἐκκλησία Του.
Τὴν τεσσαρακοστὴ λοιπὸν ἡμέρα, σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ, «ἐξήγαγε δὲ αὐτοὺς (τοὺς μαθητὰς) ἔξω εἰς Βηθανίαν καὶ ἐπάρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ΄αυτών καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν.
Καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες αὐτὸν ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ χαρᾶς μεγάλης καὶ ἦσαν διὰ παντὸς ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεὸν» (Λούκ.24,50-53). Ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος, περιγράφοντας πιὸ λακωνικὰ τὸ θαυμαστὸ καὶ συνάμα συγκινητικὸ γεγονός, ἀναφέρει πὼς μετὰ ἀπὸ τὴν ρητὴ ἀποστολὴ τῶν μαθητῶν σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο κηρύττοντας καὶ βαπτίζοντας τὰ ἔθνη, «ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων» (Μάρκ.16,19-20).
Τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Θείας Ἀναλήψεως ἔχει πραγματικὰ τεράστιες θεολογικὲς καὶ σωτηριολογικὲς παραμέτρους γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας. Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἀναμφίβολα τὸ θριαμβευτικὸ πέρας τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας Του καὶ τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου Του. «Ἀνελήφθη ἐν δόξῃ» γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσει τὴν θεία ἰδιότητά Του στοὺς παριστάμενους μαθητές Του. Γιὰ νὰ τοὺς στηρίξει ἔτι περισσότερο στὸν τιτάνιο πραγματικὰ ἀγῶνα, ποὺ Ἐκεῖνος τοὺς ἀνάθεσε, δηλαδὴ τὴ συνέχιση τοῦ σωτηριώδους ἔργου Του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Εἶναι ἀλήθεια πὼς καὶ κατ’ αὐτὴν τὴ θαυμαστὴ στιγμὴ οἱ ἀπόστολοι δὲν εἶχαν πλήρη συναίσθηση τῆς ἀποστολῆς τους.
Παρ’ ὅλο ὅτι εἶχαν ζήσει συγκλονιστικὰ γεγονότα τὸ τελευταῖο διάστημα, τὰ ἄχραντα παθήματα τοῦ Διδασκάλου τους καὶ βίωσαν τὴν λαμπροφόρο Ἀνάστασή Του ἀπὸ τοὺς νεκρούς, ἐν τούτοις δὲ μπόρεσαν νὰ ἀπαγκιστρωθοῦν ἀπὸ τὴ μικροεθνικιστικὴ ἰουδαϊκὴ περὶ Μεσσία ἀντίληψη. Γι’ αὐτὸ μπῆκαν στὸν πειρασμὸ νὰ πληροφορηθοῦν ἀπὸ Ἐκεῖνον, τὴ στιγμὴ ποὺ τοὺς ἐγκατέλειπε γιὰ τὸν οὐρανό, «Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἀποκαθιστάνεις τὴν βασιλείαν τῷ Ἰσραήλ;» (Πράξ.1,6). Δὲν εἶχαν συνειδητοποιήσει τὴν παγκοσμιότητα τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰησοῦ, δὲν ἀντιλήφθηκαν τὴν πνευματικὴ οἰκουμενικὴ ἐπανάσταση, ποὺ ἦρθε νὰ φέρει Αὐτὸς στὴν ἀνθρωπότητα, ἀπαλλαγμένη ἀπὸ κάθε μορφὴ κοσμικῆς ἐξουσίας, ἔχοντας χαρακτῆρα ἀποκλειστικὰ διακονίας, πρὸς τὸν πεσόντα ἄνθρωπο. Φαίνεται ὅτι λησμόνησαν τὴν προτροπὴ τοῦ Διδασκάλου τους νὰ ἀλλάξουν νοοτροπία καὶ νὰ μὴν σκέπτονται ὅπως ὁ ἐξουσιαστικὸς κόσμος «ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως, ἀλλ’ ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γινέσθω ὡς ὁ νεώτερος, καὶ ὁ ἡγούμενος ὡς ὁ διακονῶν. Τὶς γὰρ μείζων, ὁ ἀνακείμενος ἢ ὁ διακονῶν; Οὐχὶ ὁ ἀνακείμενος; Ἐγὼ δὲ εἰμὶ ἐν μέσῳ ὑμῶν ὡς ὁ διακονῶν. Ὑμεῖς δὲ ἐστὲ οἱ διαμεμενηκότες μετ’ ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς μου» (Λούκ.22,26-27). Τὸ παράδειγμα τῆς διακονίας τὸ ἔδωσε πλειστάκις ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος δὲν ἦρθε στὸν κόσμο «διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι» (Μάρκ.10,45). Μὲ λόγους τρυφερότητας, συμπάθειας καὶ ἀγάπης πρὸς αὐτοὺς τοὺς ἀπάντησε πὼς «οὐχ ὑμῶν ἐστι γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς οὖς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ» (Πράξ.1,7), θέλοντας νὰ τοὺς ἐμπεδώσει τὴ διαχρονικὴ καὶ σώζουσα παρουσία τῆς Ἐκκλησίας Του στὸν κόσμο. Ἐκεῖνο ποὺ τοὺς χρειάζονταν ἦταν ἡ ἄνωθεν δύναμη καὶ ὁ φωτισμὸς γιὰ νὰ μυηθοῦν πλήρως στὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.
Τοὺς ἔδωσε τὴν ἐλπιδοφόρα ἀγγελία πὼς θὰ λάβουν «δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ἁγίου Πνεύματος» καὶ ἔτσι θὰ δυνηθοῦν νὰ γίνουν «μάρτυρες (Αὐτοῦ) ἐν τε Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τὴ Ἰουδαία καὶ Σαμαρεία καὶ ἐως ἐσχάτου τῆς γῆς» (Πράξ.1,8).
Ὁ ἱερὸς συγγραφέας τοῦ βιβλίου τῶν «Πράξεων τῶν Ἀποστόλων» ἀναφέρει καὶ κάτι ἄλλο πολὺ σημαντικό, περιγράφοντας τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς τῆς εἰς οὐρανοὺς ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου. «Βλεπόντων αὐτῶν (τῶν μαθητῶν) ἐπήρθη, καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν. Καὶ ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο παρειστήκεσαν αὐτοῖς ἐν ἐσθῆτι λευκή, οἵ καὶ εἶπον ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τὸν οὐρανόν; Οὗτος ὁ Ἰησοῦς ὁ ἀναληφθεὶς ἀφ’ ὑμῶν εἰς τὸν οὐρανόν, οὕτως ἐλεύσεται, ὃν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτὸν πορευόμενον εἰς τὸν οὐρανὸν» (Πράξ.1,9-11). Οἱ οὐράνιοι διαμηνεὶς τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ ἄγγελοι βρέθηκαν γιὰ μιὰ ἀκόμα φορὰ ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους γιὰ νὰ βεβαιώσουν τὸ ὑπερφυσικὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως καὶ νὰ ἀναγγείλουν καὶ κάτι ἄλλο: τὴν ἐπανέλευση τοῦ Κυρίου στὴ γῆ, ἡ ὁποία θὰ γίνει τόσο ἔνδοξη καὶ λαμπρή, ὅσο ἡ Ἀνάληψη, ὅπως τὴν βίωσαν οἱ παριστάμενοι ἀπόστολοι.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς, ἀλλὰ δὲν ἐγκατέλειψε τὸ ἀνθρώπινο γένος, γιὰ τὸ ὁποῖο ἔχυσε τὸ τίμιο Αἷμα Του. Μπορεῖ νὰ κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ στοὺς ἔνδοξους οὐρανούς, ὅμως ἡ παρουσία Του ἐκτείνεται ὡς τὴ γῆ καὶ ὡς τὰ ἔσχατα τῆς δημιουργίας. Ἄφησε στὴ γῆ τὴν Ἐκκλησία Του, ἡ ὁποία εἶναι τὸ ἴδιο τὸ ἀναστημένο, ἀφθαρτοποιημένο καὶ θεωμένο σῶμα Του, γιὰ νὰ εἶναι τὸ μέσον τῆς σωτηρίας ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων προσώπων, ποὺ θέλουν νὰ σωθοῦν. Νοητὴ ψυχὴ τοῦ σώματός Του εἶναι ὁ Θεὸς Παράκλητος, «τὸ Πνεῦμα της ἀλήθείας» (Ἰωάν.15,26), ὁ Ὁποῖος ἐπεδήμησε κατὰ τὴν ἁγία ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς σὲ αὐτό, γιὰ νὰ παραμείνει ὡς τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου.
Ἡ σωτηρία συντελεῖται μὲ τὴν ὀργανικὴ συσσωμάτωση τῶν πιστῶν στὸ θεανδρικὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ ἐννοοῦσε, ὅταν ὑποσχόταν στοὺς μαθητές Του: «ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμὶ πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Μάτθ.28,20).
O ἀπόστολος Παῦλος θέλοντας νὰ τονίσει ἐμφαντικὰ τὸ γεγονὸς τῆς εἰς οὐρανοὺς ἀναβάσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς παρρησίας Του στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ Πατέρα, ἔγραψε πὼς Αὐτὸς «διαθήκης καινῆς μεσίτης ἐστί, ὅπως, θανάτου γενομένου εἰς ἀπολύτρωσιν τῶν ἐπὶ τῇ πρώτῃ διαθήκῃ παραβάσεων, τὴν ἐπαγγελίαν λάβωσιν οἱ κεκλημένοι τῆς αἰωνίου κληρονομίας» (Ἐβρ.9,15). Λάβαμε τὴν «οἰκονομίαν τῆς χάριτος» (Ἐφεσ.3,2), ὡς ὑπέρτατη δωρεὰ τῆς ὑψώσεως Αὐτοῦ. Ὁ φαεινὸς θρόνος Του στοὺς ἔνδοξους οὐρανοὺς εἶναι στὸ ἑξῆς τὸ σημεῖο συνάντησης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, διότι ὁ Ἴδιος διαβεβαίωσε πὼς «οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι’ ἐμοῦ» (Ἰωάν.14,6).
Μέσα λοιπὸν στὴν χαροποιὸ ἀναστάσιμη περίοδο προβάλλει ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως γιὰ νὰ μᾶς χαροποιήσει ἔτι περισσότερο καὶ νὰ μᾶς ὑπενθυμίσει πὼς ἡ δοξασμένη ἐπάνοδος τοῦ Λυτρωτῆ μας Χριστοῦ στὸ θρόνο τῆς Θεότητας ἀπορρέει ἄπειρες σωτήριες δωρεὲς γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα καὶ ὁλόκληρη τὴ δημιουργία. Αὐτὸς ὡς ὁ δοξασμένος Θεάνθρωπος μετέχει ταυτόχρονα τοῦ κτιστοῦ καὶ τοῦ ἀκτίστου, καθιστάμενος ἔτσι ὁ σωτήριος σύνδεσμος μεταξὺ Δημιουργοῦ καὶ δημιουργημάτων. Αὐτὴ εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς σωτηρίας καὶ τὸ κεντρικὸ νόημα τῆς μεγάλης ἑορτῆς!
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, χαροποιήσας τοὺς Μαθητάς, τὴ ἐπαγγελία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αὐτῶν διὰ τῆς εὐλογίας, ὅτι σὺ εἰ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν, καὶ τὰ ἐπὶ γῆς ἑνώσας τοῖς οὐρανίοις, ἀνελήφθης ἐν δόξῃ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, οὐδαμόθεν χωριζόμενος, ἀλλὰ μένων ἀδιάστατος, καὶ βοῶν τοῖς ἀγαπῶσί σε· Ἐγώ εἰμι μεθ’ ὑμῶν, καὶ οὐδεὶς καθ’ ὑμῶν.
ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
29 Μαΐου 2025 ἑορτάζουν:
Τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου
Ἁγία Θεοδοσία ἡ Παρθένος
Ἁγία Θεοδοσία ἡ Ὁσιομάρτυς ἡ Κωνσταντινουπολίτισσα
Ἅγιος Ἀλέξανδρος Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας
Ὁσία Ὑπομονή
Ἀνάμνησης τῆς θλιβερᾶς ἁλώσεως τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων
Ἅγιος Ἄνδρας καὶ ἡ Σύζυγος του
Ἅγιος Ὀλβιανὸς ἐπίσκοπος Ἀνέων καὶ οἱ αὐτοῦ μαθητές
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νάννος ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη
Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ἀργέντης
Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ζήλων
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ διὰ Χριστὸν σαλός
Ἅγιος Ethelbert ὁ βασιλεύς
Ὅσιος Ἰερεμίας ὁ Δαμασκηνός
Ἅγιος Σισίννιος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτὸν Μαρτύριος καὶ Ἀλέξανδρος οἱ Μάρτυρες
Ἅγιος Μαξιμίνος Ἐπίσκοπος Τρεβήρων
Σύναξη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου «ἡ Ἐγγύηση τῶν Ἁμαρτωλῶν»
Σύναξη τῆς Παναγίας της Χρυσοπηγῆς στὴν Σίφνο
Σύναξη τῆς Παναγίας της Ἀρβανίτισσας στὴν Χίο