Α) Τὸ Ἅγιο Βάπτισμα μᾶς δίνει κάτι, ποὺ τίποτ’ ἄλλο πάνω στὴ γῆ δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει: Ἑνώνει καὶ συνδέει τὴ φύση μας μὲ τὴ θεία χάρη.
Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος βγαίνει ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα ὅπως ἕνα ἀντικείμενο ἀπὸ τὸ ἐργαστήριο. Πᾶρε, γιὰ παράδειγμα, μιὰ χάλκινη καμπάνα, στὴν ὁποία ἔχει προστεθεῖ καὶ ἀσήμι. Μιὰ ὅμοια χάλκινη καμπάνα χωρὶς ἀσήμι δὲν διαφέρει ἐξωτερικὰ ἀπὸ τὴν προηγούμενη, ἀλλὰ ἡ σύνθεσή της εἶναι διαφορετική, ὁ ἦχος της διαφορετικός, ἡ ποιότητά της διαφορετική, ἡ ἀξία της διαφορετική.
Ὅμοια διαφέρουν καὶ δύο ἄνθρωποι, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ὁ ἕνας εἶναι βαπτισμένος καὶ ὁ ἄλλος ἀβάπτιστος. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ διαφορά τους εἶναι ὅτι ὁ πρῶτος ἔχει τη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐνῷ ὁ δεύτερος δὲν τὴν ἔχει.
Ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συμπράττει μὲ τὸ βάπτισμα, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος βαπτίζεται τόσο μὲ τὸ νερὸ ὅσο καὶ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Βαπτισμένος καὶ ἀβάπτιστος εἶναι φαινομενικὰ ἴδιοι.
Στὴν πραγματικότητα, ὅμως, ὡς πρὸς τὴ σύνθεσή τους εἶναι ἐντελῶς διαφορετικοί….
Ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου
Β) Στὸ Ἅγιο Βάπτισμα κατέρχεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὡς Φῶς καὶ εἰσέρχεται στὴν ψυχή μας, τὸ ὁποῖο δὲν θὰ σβήσει ποτέ, οὔτε σὲ αὐτὸν οὔτε καὶ στὸν ἄλλο κόσμο, ἐκτὸς καὶ ἂν κολαστεῖ κανείς. Τότε ἐκείνη ἡ Χάρη τοῦ Βαπτίσματος, ξαναγυρίζει στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, διότι ἡ Χάρις δὲν συγκολάζεται.
Κατὰ τὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, ὁ Χριστὸς νυμφεύεται τὴν ψυχὴ τοῦ βαπτισμένου. Εἶναι ὁ Νυμφίος κάθε βαπτισμένου. Οἱ ἄνθρωποι μὲ τὸ Βάπτισμα, ”ἐμβολιάζονται” μυστικὰ στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Χωρὶς τὸ Βάπτισμα δὲν ἀνήκει κανεὶς στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Γέροντας Ἐφραὶμ Σκήτης Ἁγίου Ἀνδρέα
Γ) Ἡ σφραγῖδα τοῦ Χριστοῦ… Βάση αὐτῆς τῆς σφραγῖδος θὰ μὲ ἀναγνωρίσει ὁ Κύριος γιὰ νὰ μπῶ στὴ Βασιλεία Του»
π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος
Δ) Περὶ Ἀναδόχου (Νονοῦ)
Ἂς μὴ νομίζουν ὁὗτοι, ὅτι τὸ νὰ εἶναι ἀνάδοχοι εἶναι τυπικὸν καὶ τυχαῖον πρᾶγμα, ἀλλὰ ἂς μάθουν καλά, ὅτι καὶ αὐτοὶ γίνονται συμμέτοχοι τῆς πνευματικῆς ὠφελείας τῶν ἀναδεκτῶν, ἐὰν διὰ τῶν συμβουλῶν των τὸὺς χειραγωγήσωσιν εἰς τὴν ὁδὸν τῆς ἀρετῆς, καὶ ὅτι ἂν πάλιν δείξουν ἀμέλειαν καὶ ἀδιαφορίαν, θὰ ἐπιφέρωσιν εἰς τὸν ἑαυτόν των πὸλλὴν καταδίκην. Διὰ τοῦτο ἐπικρατεῖ ἡ συνήθεια καὶ πατέρας πνευματικοὺς νὰ ὀνομάζουν τούτους, διὰ νὰ μάθουν δι᾿ αὐτῶν τῶν ἔργων πόσην ἐπιμέλειαν πρέπει νὰ ἐπιδεικνύουν διὰ νὰ μορφώσουν αὐτοὺς κὰλὰ πνευματικῶς. Διότι, ἐὰν ἐκείνους πὸὺ δὲν ἔχουν καμμίαν ἰδιαιτέραν σχέσιν μὲ ἡμᾶς, πρέπει νὰ τὸὺς ἐμβάλωμεν τὸν ὡραῖον τῆς ἀρετῆς ζῆλον, πὸλὺ περισσότερον ὀφείλομεν νὰ ἐπιτελέσωμεν τὸ καθῆκον τοῦτο ἔναντι ἐκείνου, τὸν ὁποῖον ἀναδεχόμεθα ὡς πνευματικὸν τέκνον. Διὰ τῶν λόγων τούτων ἐμάθατε καὶ οἱ ἀνάδοχοι ὅτι δὲν σᾶς ἀπειλεῖ μικρὸς κίνδυνος, ἐὰν δείξετε εἰς τὸ καθῆκον τοῦτο ἀμέλειαν.
Ἄγιος Ἰὠάννης ὁ Χρυσόστομος
(Ἅπαντα τῶν Ἁγίων Πατέρων. ἐκδ. Ἑλληνικὸς ἐκδοτικὸς ὀργανισμός, Ὠφέλιμου βιβλίου, Τόμος 7, Κατήχησις Β’, σελ. 36)
Ε) Λένε πολλοὶ (κακοπροαίρετοι):
Τὸ ρωτᾶς τὸ μωρὸ καὶ τὸ βαφτίζεις;
Καὶ τὸὺς ἀπαντάω:
Ἐσεῖς ρωτήσατε ἐκεῖνα ποῦ σκοτώσατε μὲ ἔκτρωση; Ἐγὼ γιὰ νὰ τὸ σώσω πρέπει νὰ τὸ ρωτήσω, ἐσὺ ὅμως πὸὺ τὸ σκοτώνεις, δὲν τὸ ρωτᾶς…
Ὁ νηπιοβαπτισμὸς εἶναι ἕνας θησαυρὸς στὰ χέρια τοῦ παιδιοῦ. Μεγάλη ὑπόθεση! Ὅτὰν μεγαλώσει τὸ παιδί, εἶναι στὸ χέρι του, ἂν ἀξιοποιήσει αὐτὸν τὸν θησαυρὸ ἢ ἂν τὸν πετάξει…
Ἱεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος
Γενικὰ χαρακτηριστικά – ὑποχρεώσεις τῶν Ἀναδόχων:
1) Ὁ Ἀνάδοχος εἶναι ὁ πνευματικὸς πατέρας ἢ ἡ πνευματικὴ μητέρα.
2) Ὁ Ἀνάδοχος προκειμένου νὰ ἀναλάβει τὴ βαριὰ διακονία του, ὀφείλει νὰ εἶναι Ὀρθόδοξος Χριστιανός, ὄχι μόνο στὰ χαρτιά του, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴ βιωτή του.
3) Ὁ Ἀνάδοχος ὀφείλει νὰ κάνει Μυστηριακὴ ζωή, νὰ μετέχει ἀπαραιτήτως τῶν μυστηρίων τῆς ἐξομολογήσεως καὶ τῆς τακτικῆς Θείας Κοινωνίας.
4) Ὁ Ἀνάδοχος ὀφείλει νὰ μελετᾶ τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτὸς εἶναι ἀποτυπωμένος μέσα στὴν Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη.
5) Ὁ Ἀνάδοχος ὀφείλει ἀπαραιτήτως νὰ Ἐκκλησιάζεται τακτικά, νὰ ἔχει γνήσια λειτουργικὴ ζωὴ καὶ ὄχι μόνον κατὰ τὶς μεγάλες ἑορτὲς τῆς Χριστιανοσύνης, Πάσχα καὶ Χριστούγεννα καὶ μάλιστα μόνο γιὰ ἄναμμα κεριοῦ ἢ στὸ προαύλιο τοῦ ναοῦ.
6) Ὁ Ἀνάδοχος ὀφείλει νὰ γνωρίζει ἐκτὸς τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων, Πατερικὰ συγγράμματα, τὰ λεγόμενα θρησκευτικὰ βιβλία. Νὰ γνωρίζει καλὰ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη!
7) Ὁ Ἀνάδοχος ὀφείλει νὰ τηρεῖ κατὰ γράμμα τὶς Παραδόσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ὅπως νηστεῖες καὶ προσευχές. Δὲν μπορεῖ γιὰ παράδειγμα νὰ πηγαίνει ὁ Ἀνάδοχος τὸν Ἀναδεκτό του στὸ ναό, γιὰ νὰ τὸν Μεταλάβει καὶ ὁ ἴδιος ποτέ του νὰ μὴν δίνει πρῶτος τὸ παράδειγμα τῆς μετοχῆς στὰ Ἄχραντα Μυστήρια.
8) Ὁ Ἀνάδοχος ὀφείλει ἐκτὸς τῶν ὑλικῶν δώρων, νὰ προσφέρει πνευματικὰ δῶρα, ὅπως εἶναι πνευματικὰ βιβλία, CD, DVD κ.ἄ.
9) Ὁ Ἀνάδοχος ὀφείλει νὰ μαθαίνει στὸν Ἀναδεκτό του τὴν προσευχή, τὸν τακτικὸ Ἐκκλησιασμό, τὶς ἐπισκέψεις σὲ μέρη πνευματικά, ὡς εἶναι οἱ Ἐκκλησίες μας, τὰ μοναστήρια μας, τὰ κατηχητικὰ σχολεῖα, οἱ πνευματικὲς κατασκηνώσεις, συνάξεις κ.ἄ.
10) Ὁ Ἀνάδοχος ὀφείλει νὰ συμβάλλει γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη πνευματικὴ πορεία τοῦ Ἀναδεκτοῦ του. Δὲν νοεῖται ὁ Ἀνάδοχος νὰ βλέπει μόνο τὸν Ἀναδεκτό του μία ἢ δύο φορὲς τὸ χρόνο. Ἡ τακτικὴ ἐπικοινωνία μεταξύ τους, θεμελιώνει γερὲς πνευματικὲς βάσεις καὶ μάλιστα σὲ ἐποχὲς δύσκολες ποὺ ὅλα γύρω μας εἶναι διαβρωμένα καὶ σάπια.
11) Ὁ Ἀνάδοχος ἐνδιαφέρεται γιὰ τὶς πνευματικὲς ἐπιδόσεις τοῦ Ἀναδεκτοῦ του, ὅποιες καὶ ἂν εἶναι αὐτές, χαίρεται ὅταν ὑπάρχει χαρὰ καὶ κλαίει μαζί του ὅταν ὑπάρχει ἀποτυχία, δυστυχία καὶ θλίψη. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μεταξὺ Ἀναδόχου καὶ Ἀναδεκτοῦ ὑπάρχει ἕνας πνευματικὸς δεσμὸς μεγάλος, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ διαρραγεῖ μὲ τίποτα.
12) Ὁ Ἀνάδοχος δὲν τελειώνει τὸ ἔργο του στὸ ναὸ ἀνήμερα στῆς Βαπτίσεως. Οὔτε ὅλη ἡ γιορτή, ἢ τὸ πανηγύρι ὅπως κάποιοι τὸ ὀνομάζουν, τελειώνει μὲ ἕνα τραπέζι ποὺ ὀφείλουν νὰ κάνουν οἱ γονεῖς τοῦ νεοβαπτιζόμενου σ’αυτόν. Ἀλλὰ ἴσα-ἴσα ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς βαπτίσεως ὁ Ἀνάδοχος ἐπωμίζεται μεγάλη πνευματικὴ εὐθύνη.
13) Στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία τῶν πρώτων αἰώνων ὑπάρξεώς Της ὁ Ἀνάδοχος ὡς θεσμὸς δὲν ὑπῆρχε στὴ μορφὴ ποὺ γνωρίζουμε σήμερα, γιατί τὰ Βαπτίσματα τῶν χριστιανῶν γίνονταν σὲ προχωρημένη ἡλικία. Αὐτὸ σήμαινε ὅτι ὁ βαπτιζόμενος, ὄχι μόνον εἶχε ἐπίγνωση τοῦ τί ἔκανε, ἀλλὰ προκειμένου νὰ ἀσπαζόταν τὸν Χριστιανισμὸ ἔπρεπε νὰ περάσει ἀπὸ δοκιμασία ἐξετάσεων, σχετικὰ μὲ τὴν πιστοποίηση τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ Ὀρθοπραξίας του.
14) O Ἀνάδοχος ὀφείλει νὰ σέβεται τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ ἱερατεῖο. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀναλαμβάνει κάποιος νὰ βαπτίσει καὶ νὰ ἀποστρέφεται καὶ νὰ κατηγορεῖ τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς ὑπουργοὺς τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων Της, δηλαδὴ τοὺς ἱερεῖς. Ὀφείλει ὁ κάθε Ἀνάδοχος νὰ ἀποδέχεται τὶς πνευματικὲς συστάσεις καὶ νουθεσίες τῶν ἱερέων χωρὶς ἐγωισμοὺς καὶ ἀπαξιώσεις.
15) Τὸ πόσο σπουδαῖα θεωρεῖ τὴν πνευματικὴ σχέση μεταξὺ ἀναδόχου καὶ ἀναδεκτοῦ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία φαίνεται καὶ ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι θεωρεῖ αὐτὴ τὴ σχέση πλέον ὡς συγγένεια καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ κωλύει (=ἀπαγορεύει) τὴν τέλεση θρησκευτικοῦ γάμου μεταξύ τους.
16) Ἕνα παράδοξο φαινόμενο ποὺ παρατηρεῖται τελευταίως στὴν Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ παρουσία πολλῶν Ἀναδόχων. Αὐτὸ δὲν συνηθίζεται κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοσή μας. Ἡ ἱκανοποίηση πιθανὸν πολλῶν φίλων μας καὶ ἡ ὠφεμιλιστικὴ ἐμπορευματοποίηση τοῦ Μυστηρίου ἐκ μέρους τῶν γονέων, τοὺς ὁδηγεῖ νὰ ἐπιλέγουν πολλοὺς Ἀναδόχους, τρεῖς, τέσσερις, πέντε, ἕξι κ.ο.κ.
π. Θεμιστοκλῆς Χριστοδούλου