«Μὴ καὶ ἡμεῖς τυφλοί ἐσμεν;» (25/5/2025)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου – Καθηγητοῦ

(Θεολογικὸ σχόλιο στὴν Κυριακὴ τοῦ Τυφλοῦ)

Ἡ ἕκτη Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα εἶναι ἀφιερωμένη σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα θαύματα τοῦ Κυρίου μας, στὴ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, τὸ ὁποῖο διασώζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὸ Εὐαγγέλιό του, μὲ κάθε λεπτομέρεια καὶ τὸ ὁποῖο ἐνέχει μεγάλες ἀλήθειες.

Ἕνας δυστυχισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος δὲν εἶχε δεῖ ποτέ το φῶς, δὲν γνώριζε τὸ σχῆμα τοῦ προσώπου τῶν ἀνθρώπων καὶ δὲν αἰσθάνθηκε ποτὲ τὴ χαρὰ τῆς θέας, ἀλλὰ ἕνα μαῦρο πέπλο σκέπαζε τὴν ὕπαρξή του, κείτονταν στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου, ζητῶντας ἐλεημοσύνη γιὰ νὰ ἐπιβιώσει. Δὲν εἶχε δεῖ ποτέ το φῶς καὶ δὲν χάρηκε ποτὲ τὰ θεῖα δημιουργήματα καὶ τὰ χρώματα. Γεννήθηκε χωρὶς ὀφθαλμοὺς «τυφλὸς ἐκ γενετῆς» (Ἰωάν.9,1), ἔχοντας τὶς κόγχες τοῦ προσώπου του ἀδειανὲς ἀπὸ τὸ πολυτιμότερο δῶρο τῆς ζωῆς. Ζοῦσε σὲ πυκνὸ σκοτάδι βιώνοντας τὴν ἀνείπωτη μοναξιά του, ὥσπου ἔκαμε τὴ μεγάλη συνάντηση μὲ τὸν ὑπέρτατο ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων. Μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος πέρασε ἀπὸ μπροστά του, μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές Του.

Ἐκεῖνοι, ὅταν ἀντίκρισαν τὸν τυφλὸ ρώτησαν ἀπὸ περιέργεια τὸν Κύριο: «ράββί, τὶς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τὺφλὸς γεννηθῇ;» (Ἰωάν.9,2). Ὡς Ἰουδαῖοι πίστευαν πὼς ἡ ἀσθένεια εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας, τιμωρία σταλμένη ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του. Μάλιστα ἡ τιμωρία αὐτὴ ἐκτείνονταν καὶ στοὺς ἀπογόνους τους, ἕως ἑβδόμης γενεᾶς. Οἱ ἀσθενεῖς ἀντιμετωπίζονταν ὡς καταραμένοι τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν τύχαιναν ἰδιαίτερης ἐκτίμησης καὶ περιποιήσεως. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τοὺς διαβεβαίωσε πὼς «οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ» (Ἰωάν.9,3). Νὰ καταλάβουν ὅτι ὁ δάσκαλός τους δὲν ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς συνηθισμένους ραβίνους, ἀλλὰ ὁ σαρκωμένος Θεός, ὁ Ὁποῖος ποιεῖ θαυμάσια μόνος.

Ὁ Χριστὸς εὐσπλαχνίστηκε τὸν τραγικὸ καὶ δυστυχῆ ἐκεῖνο ἄνθρωπο καὶ ἀποφάσισε νὰ τὸν θεραπεύσει, καὶ ταυτόχρονα νὰ δείξει τὴ θεία δύναμή Του, πὼς Αὐτὸς εἶναι ὁ δημιουργὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ μπορεῖ νὰ δημιουργήσει ἀνθρώπινα μέλη ἀπὸ τὸ μηδέν.

Αὐτὸς ὁ Ὁποῖος δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο στὸν παράδεισο, ἀφοῦ «πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἐν ὁ γέγονεν» (Ἰωάν.1,3), μπορεῖ νὰ δημιουργήσει ὀφθαλμοὺς στὸν ἐκ γενετῆς τυφλό. Μπροστὰ στὰ ἔκπληκτα μάτια τῶν μαθητῶν, «ἔπτυσε χαμαὶ καὶ ἐποίησε πηλὸν ἐκ τοῦ πτύσματος, καὶ ἐπέχρισε τὸν πηλὸν ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ, ὕπαγε εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωάμ, ὁ ἑρμηνεύεται ἀπεσταλμένος. Ἀπῆλθε νοῦν καὶ ἐνίψατο καὶ ἦλθε βλέπων» (Ἰωάν.9,6-7). Σημειωτέον ὅτι ἦταν ἡμέρα Σάββατο.

Τὸ πιθανότερο εἶναι ὁ θεραπευμένος πλέον τυφλὸς νὰ ἀλάλαζε ἀπὸ χαρὰ καὶ νὰ διαλαλοῦσε στοὺς περαστικοὺς τὸ ὑπέρτατο δῶρο ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν ἄγνωστο ἰατρό. Ἦταν φαίνεται γνωστός, ὅλοι τὸν ἤξεραν καὶ πολλοὶ τὸν ἐλεοῦσαν. Ὅταν τὸν εἶδαν νὰ ἔχει μάτια καὶ νὰ βλέπει παραξενεύτηκαν. Δὲν ἤξεραν τί συμβαίνει. Γνώριζαν ὅτι αὐτὸς δὲν ἦταν σὰν τοὺς ἄλλους τυφλούς, οἱ ὁποῖοι ἔπασχαν ἀπὸ κάποιο ὀφθαλμικὸ νόσημα, ἀλλὰ δὲν εἶχε κἂν ὀφθαλμοὺς στὶς κόγχες τοῦ προσώπου του.

Τὸ φυσικότερο θὰ ἦταν οἱ ὁμόφυλοί του Ἰουδαῖοι νὰ χαροῦν γιὰ τὴν ἴαση αὐτοῦ τοῦ δυστυχισμένου ἀνθρώπου καὶ νὰ δοξάσουν τὸ Θεό. Ἀλλὰ αὐτοί, ἀντὶ γιὰ χαρὰ ἀγανάκτησαν γιὰ τὸ νέο μεγάλο θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καὶ πρόταξαν τὴν δῆθεν καταπάτηση τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου ἀπὸ τὸν Κύριο, ὑποβαθμίζοντας τὸ θαυμαστὸ γεγονός. Ἡ σχολαστικὴ τήρηση μιᾶς νομικῆς ἐντολῆς εἶχε γι’ αὐτοὺς μεγαλύτερη σημασία ἀπὸ τὴ σωτηρία ἑνὸς ἀνθρώπου. Ἀντὶ νὰ χαροῦν γιὰ τὴν ἴασή του τὸν χαρακτήρισαν ἁμαρτωλό. Τὸν ἅρπαξαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στοὺς «εἰδικοὺς» νὰ ἀποφανθοῦν περὶ αὐτοῦ, στοὺς Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι διεκδικοῦσαν τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ λαοῦ καὶ ἀπαιτοῦσαν νὰ γίνονται μιμητές τους οἱ ἄνθρωποι, στὴν τήρηση τῶν νομικῶν διατάξεων. «Ἄγουσιν αὐτὸν πρὸς τοὺς Φαρισαίους, τὸν ποτε τυφλόν. Ἥν δὲ σάββατον ὅτε τὸν πηλὸν ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἀνέωξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμοὺς» (Ἰωάν.9,13-14). Οἱ Φαρισαῖοι ζήτησαν νὰ μάθουν πὼς βρῆκε τὸ φώς του ὁ πρώην τυφλὸς καὶ ἐκεῖνος τοὺς περιέγραψε τὸν τρόπο τῆς θεραπείας του ἀπὸ τὸν μυστηριώδη ἄγνωστο.

Οἱ ὑποκριτὲς ἐκεῖνοι ἄνθρωποι δὲν στάθηκαν στὸ θαυμαστὸ γεγονός, ἀλλὰ στὴν «παράβαση» τῆς μωσαϊκῆς ἐντολῆς γιὰ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου.

Τὸ μέγα θαυμαστὸ καὶ χαρμόσυνο γεγονὸς τῆς ἴασης ἑνὸς δυστυχισμένου ἀνθρώπου εἶχε δευτερεύουσα σημασία ἀπὸ τὴν «καταστρατήγηση» τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου. Ὁ τύπος εἶχε μεγαλύτερη σημασία ἀπὸ τὴν οὐσία. Καὶ γι’ αὐτὸ ἀποφάνθηκαν κατηγορηματικά: «οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὸ Σάββατον οὐ τηρεῖ» (Ἰωάν.9,16). Κάλεσαν καὶ τοὺς γονεῖς τοῦ πρώην τυφλοῦ νὰ συμφωνήσουν καὶ ἐκεῖνοι μαζί τους ὅτι ὁ θεραπευτής του γιοῦ τους δὲν εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἐκεῖνοι, ἀπὸ φόβο μήπως τοὺς ἀποβάλλουν ἀπὸ τὴ συναγωγή, τοὺς παρέπεμψαν στὸ παιδί τους, τὸ ὁποῖο ἦταν ἐνήλικο καὶ εἶχε γνώμη.

Ἐκεῖνος ὁμολόγησε: «οἴδαμεν δὲ ὅτι ἁμαρτωλῶν ὁ Θεὸς οὐκ ἀκούει, ἀλλ’ ἔάν τις θεοσεβὴς ἡ καὶ τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιῇ, τὸύτου ἀκούει. ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἤνοιξέ τις ὀφθαλμοὺς τυφλοῦ γεγεννημένου. εἰ μὴ ἥν οὗτος παρὰ Θεοῦ, οὔκ ἠδύνατο ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν.9,31-33). Στὴ συνέχεια, ὅταν οἱ Ἰουδαῖοι ἐξεδίωξαν τὸν τυφλὸ καὶ τὸν ἔκαναν ἀποσυνάγωγο, ὁ Χριστὸς τὸν ρώτησε ἂν πιστεύει «εἰς τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ» καὶ στὴν ἐρώτηση τοῦ τυφλοῦ «τὶς ἐστί, ἵνα πιστεύσω εἰς αὐτόν», ὁ Χριστὸς τὸν διαβεβαίωσε: «καὶ ἑώρακας αὐτὸν καὶ ὁ λαλῶν μετά σου ἐκεῖνος ἐστιν». Ὁ θεραπευμένος τυφλός, χωρὶς καμιὰ ἐπιφύλαξη ἀπάντησε: «Πιστεύω, Κύριε καὶ προσεκίνησε αὐτῷ» (Ἰωάν.9,35-38).

Ὁ Κύριος βλέποντας τὴν ἀναταραχὴ τῶν Φαρισαίων εἶπε: «εἰς κρῖμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσι καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται. καὶ ἤκουσαν ἐκ τῶν Φαρισαίων ταῦτα ὁ ὄντες μετ’ αὐτού, καὶ εἶπον αὐτῷ· μὴ καὶ ἡμεῖς τυφλοί ἐσμεν; εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· εἰ τυφλοὶ ἧτε, οὐκ ἂν εἴχετε ἀμαρτίαν· νῦν δὲ λέγετε ὅτι βλέπομεν· ἡ οὗν ἀμαρτία ὑμῶν μένει» (Ἰωάν.9.39-41). Χαρακτήρισε ὡς πνευματικὰ τυφλοὺς ὅσους κλείνουν τὰ πνευματικά τους μάτια νὰ δοῦν το «Φῶς τὸ ἀληθινὸ» (Ἰωάν.1,2), τὸ ὁποῖο ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ διαλύσει τὰ σκοτάδια τῆς πλάνης καὶ νὰ φωτίσει τὴν ἀνθρωπότητα μὲ τὸ ἀνέσπερο φῶς του. Γιὰ κάποιον ὁ ὁποῖος κρατᾶ τὰ μάτια του κλειστά, ὅσα φῶτα καὶ ἂν λάμπουν γύρω του δὲ θὰ μπορέσει νὰ τὰ ἀντιληφθεῖ. Ποὺ σημαίνει ὅτι οἱ πνευματικὰ τυφλοί, μὲ ἀγαθὴ καρδιὰ θὰ δοῦν το «φῶς τὸ ἀληθινὸ» καὶ θὰ σωθοῦν, σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς ἄπιστους καὶ ἐγωκεντρικοὺς ἀμετανόητους, οἱ ὁποῖοι θὰ μείνουν ἄμοιροι τοῦ θείου φωτισμοῦ, στὰ φρικτὰ σκοτάδια τῆς ἁμαρτίας καὶ ἐκτὸς τῆς σωτηρίας.

Ὁ θεραπευμένος τυφλὸς ἔλαβε διπλῆ θεραπεία: το φῶς τῶν φυσικῶν καὶ τῶν πνευματικῶν του ὀφθαλμῶν. Ἀντίθετα ἐκεῖνοι προτίμησαν τὴν πνευματικὴ τύφλωσή τους! Στὴν κατηγορία αὐτὴ ἀνήκουν καὶ οἱ διαχρονικοὶ ἀρνητές Του, οἱ ὁποῖοι μηχανεύονται ἀπίθανες αἰτίες νὰ Τὸν ἀρνηθοῦν καὶ νὰ Τὸν συκοφαντήσουν, παραβλέποντας ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ἡ μέγιστη προσωπικότητα τῆς ἱστορίας καὶ ὁ μοναδικὸς εὐεργέτης τῆς ἀνθρωπότητας.

Μέσῳ αὐτῆς τῆς περικοπῆς διακηρύσσεται πανηγυρικὰ ἡ θεότητα τοῦ Χριστοῦ, γεγονὸς ποὺ ἀρνοῦνταν τόσο οἱ σύγχρονοί Του Ἰουδαῖοι, ὅσο καὶ οἱ διαχρονικοὶ ἀρνητές Του.

Ἡ θεραπεία τοῦ δυστυχισμένου ἐκείνου ἀνθρώπου ἔγινε «ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ» (Ἰωάν.9,3). Νὰ γίνει γνωστὸ «τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος τῆς δυνάμεως αὐτοῦ» (Ἐφ.1,18). Νὰ καταλάβουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀνάμεσά τους καὶ ἐπεργάζεται τὴ σωτηρία τους. Ὁ Χριστὸς εἶναι σαφὴς βεβαιώνει ὅτι ὁ Ἴδιος ἐνήργησε σὲ αὐτὸν καὶ τὸν θεράπευσε, ὡς ὁ Θεός, μὴ ἀφήνοντας κανένα περιθώριο γιὰ παρερμηνεία, ὅπως πολλῶν αἱρετικῶν – ἀρνητῶν τῆς θεότητάς Του (π.χ. Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ), οἱ ὁποῖοι ὑποστηρίζουν ὅτι δῆθεν θεράπευσε ὁ Ἰησοῦς τὸν τυφλό, μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ δοξάσει τὸ Θεό! Τὸ μεγάλο πρόβλημα γιὰ τοὺς διαχρονικοὺς ἀρνητὲς τοῦ Χριστοῦ δὲν ἦταν καὶ δὲν εἶναι ἂν ὑπῆρξε ὁ Χριστὸς ξεχωριστὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἂν εἶναι Θεός. Οἱ περισσότεροι διαβόητοι ἀρνητές του δὲν Τὸν ἀρνήθηκαν ὡς ξεχωριστὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸν ἀρνήθηκαν ὡς Θεό! Εἶναι οἱ τυφλοὶ ποὺ ἔχουν μὲν μάτια, ἀλλὰ δὲν βλέπουν!

Ὅμως, «μὴ καὶ ἡμεῖς τυφλοί ἐσμεν;» (Ἰωάν.9,40). Μήπως καὶ ἐμεῖς πάσχουμε ἀπὸ πνευματικὴ τύφλωση καὶ δὲν τὸ γνωρίζουμε; Καλὸ εἶναι νὰ ἐξετασθοῦμε! Τὸ πνευματικὸ ὀφθαλμολογικὸ ἰατρεῖο εἶναι ἡ Ἐκκλησία καὶ ἰατρὸς ὁ Χριστός. Ἂς ἀνοίξουμε καὶ ἐμεῖς τὴν καρδιά μας, ὅπως ὁ θεραπευμένος τυφλός, γιὰ νὰ εἰσέλθει ὁ φωτισμὸς τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ λαμπρυνθεῖ ἡ ὕπαρξή μας, νὰ γίνει «φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον» (Α’ Τιμ.6,16). Ἂς τὸν παρακαλέσουμε νὰ διατηρεῖ «πεφωτισμένους τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας ἡμῶν, εἰς τὸ εἰδέναι ἡμᾶς τις ἐστιν ἡ ἐλπὶς τῆς κλήσεως αὐτοῦ, καὶ τὶς ὁ πλοῦτος τῆς δόξης τῆς κληρονομίας αὐτοῦ ἐν τοῖς ἁγίοις» (Ἐφ.1,18).

 

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’.

Τὸν συνάναρχον Λόγον Πατρὶ καὶ Πνεύματι, τὸν ἐκ Παρθένου τεχθέντα εἰς σωτηρία ἡμῶν, ἀνυμνήσωμεν πιστοὶ καὶ προσκυνήσωμεν· ὅτι ηὐδόκησε σαρκί, ἀνελθεῖν ἐν τῷ Σταυρῷ, καὶ θάνατον ὑπομεῖναι, καὶ ἐγεῖραι τοὺς τεθνεῶτας, ἐν τῇ ἐνδόξῳ Ἀναστάσει αὐτοῦ.

 

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Τῆς ψυχῆς τὰ ὄμματα πεπηρωμένος, σοὶ Χριστὲ προσέρχομαι, ὡς ὁ τυφλὸς ἐκ γενετῆς, ἐν μετανοίᾳ κραυγάζων σοι· Σὺ τῶν ἐν σκότει τὸ φῶς τὸ ὑπέρλαμπρον.

 

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
25 Μαΐου 2025 ἑορτάζουν:

Κυριακὴ τοῦ Tυφλοῦ

Μνήμη τῆς Γ’ εὑρέσεως τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ προφήτου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου

Ἅγιος Κελεστίνος

Ὅσιος Ὀλβιανός

Ἅγιος Παγχάριος

Ἅγιος Διονύσιος Ἐπίσκοπος Μιλάνου

Ὁσία Θέκλα τοῦ Περεγιασλάβλ

Ἅγιος Ἰννοκέντιος ὁ Ἐπίσκοπος Χερσῶνος

Ἅγιος Aldhelm

Σύναξη τῶν Ἁγίων της Βολυνίας

Μνήμη εὑρέσεως τῆς ἱερᾶς εἰκόνας τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρα Δημητρίου του Μυροβλύτου

Ἅγιος Ζηνόβιος Ἐπίσκοπος Φλωρεντίας

Ἅγιοι Μάξιμος καὶ Βικτωρίνος οἱ Ἱερομάρτυρες.

Συντάκτης

Σχολιάστε

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί.Τα απαραίτητα πεδία είναι μαρκαρισμένα *