Τοῦ Λάμπρου Κ. Σκόντζου
Θεολόγου – Καθηγητοῦ
«Τὴ Ἁγία καὶ Μεγάλη Πέμπτη οἱ τὰ πάντα καλῶς διαταξάμενοι θεῖοι Πατέρες, ἀλληλοδιαδόχως ἐκ τε τῶν θείων Ἀποστόλων καὶ τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων παραδεδώκασιν ἡμῖν τέσσερά τινα ἑορτάζειν τὸν ἱερὸν Νιπτῆρα, τὸν Μυστικὸν Δεῖπνον (δηλαδὴ τὴν παράδοσιν τῶν καθ’ ἡμᾶς φρικτῶν Μυστηρίων), τὴν ὑπερφυὰ Προσευχὴν καὶ τὴν Προδοσίαν αὐτήν».
Αὐτὸ εἶναι τὸ συναξάρι τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν Ἁγία αὐτὴ ἡμέρα ὅσα ἔλαβαν χώρα στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ ὅσα ἀκολούθησαν μετὰ τὸ Μυστικὸ Δεῖπνο.
Τὸ Θεῖο Δρᾶμα ὁδεύει πρὸς τὴν ὁλοκλήρωσή του. Ὁ ἑκουσίως καὶ ἀδίκως Παθῶν γιὰ τὴ δική μας σωτηρία Κύριος γνωρίζει ὅτι ἔφτασε τὸ τέλος τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας Του. Ἡ προδοσία τοῦ ἀγνώμονα μαθητή, ἡ σύλληψη, οἱ ἐξευτελισμοί, τὸ ψευδοδικαστήριο, ἡ καταδίκη καὶ ὁ σταυρικὸς θάνατος εἶναι θέμα ὡρῶν. Ὡς ἄνθρωπος αἰσθανόταν τὸ διὰ τῆς θυσίας Τοῦ βαρὺ φορτίο τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ γι’ αὐτὸ ἀγωνιοῦσε ὑπερβαλλόντως. Δὲν τὸν ἐνδιέφερε τὸ δικό Του μαρτύριο καὶ ὁ θάνατος, ἀλλὰ ἡ συνέχιση τοῦ σωτηριώδους ἔργου Του.
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἀφιέρωσε τὸ βράδυ τῆς προπαραμονῆς τοῦ ἐπικείμενου ἰουδαϊκοῦ Πάσχα καὶ παραμονὴ τῆς δικῆς Του σταυρικῆς θανῆς στοὺς ἀγαπημένους Τοῦ μαθητές. «Ἐπιθυμία ἐπεθύμησα τοῦτο τὸ πάσχα φαγεῖν μεθ΄ ὑμῶν πρό του μὲ παθεῖν» (Λούκ.22,15) τοὺς εἶπε. Ἤθελε νὰ φάγει γιὰ τελευταία φορὰ μαζί τους. Μὰ τὸ σπουδαιότερο νὰ τοὺς ἀφήσει τὶς τελευταῖες παρακαταθῆκες Του καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα νὰ τελέσει τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, νὰ παραδώσει τὴν ὑπερφυὰ Θεία Εὐχαριστία, ἡ ὁποία θὰ τελεῖται στὸ διηνεκές, ὡς ἡ ἀέναη πραγματικὴ παρουσία Του στὴν Ἐκκλησία.
Στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλὴμ μέσα σὲ ἀτμόσφαιρα ἔντονης συγκινήσεως καὶ σὲ ἔνδειξη πραγματικῆς καὶ ἄδολης ἀγάπης, ἔσκυψε ὡς δοῦλος ὁ Κύριος καὶ ἔπλυνε τὰ πόδια τῶν μαθητῶν Του. Μὲ τὴν πράξη Τοῦ αὐτὴ ἤθελε νὰ διδάξει ἔμπρακτα τὸ πρωταρχικὸ χρέος τῆς ἀλληλοδιακονίας τῶν ἀνθρώπων. «Ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γινέσθω ὡς ὁ νεώτερος, καὶ ὁ ἡγούμενος ὡς ὁ διακονῶν» (Λούκ.22:25), ἄφησε ὡς ὕψιστη ἐντολὴ γιὰ τὶς κατοπινὲς ἀνθρώπινες γενεές.
Κατόπιν κάθισαν στὸ τραπέζι τοῦ δείπνου. Ὁ Κύριος θέλησε κατ’ ἀρχὴν νὰ ξεκαθαρίσει τὴν ὑπόθεση τοῦ προδότη μαθητή. Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ καθίσει ὁ ἄνομος ἐκεῖνος μαζί τους στὴν παράδοση τοῦ φρικτοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πολλῷ δὲ μᾶλλον νὰ κοινωνήσει σὲ αὐτό. Λέγει λοιπὸν «Εἰς ἐξ’ ὑμῶν παραδώσει με, ὁ ἐσθίων μετ’ ἐμοῦ» (Μάρκ.14,18, Ἰωάν.13,22).
Τὰ λόγια αὐτὰ ἔφεραν ἀναστάτωση στοὺς μαθητές. Δὲν περίμεναν νὰ ἀκούσουν τέτοια φοβερὴ ἀγγελία καὶ ἄρχισαν νὰ διερωτῶνται: ποιός ἄραγε εἶναι αὐτός; Ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς Ἰωάννης πέφτοντας στὸν τράχηλο τοῦ Διδασκάλου ρώτησε ἐξ’ ὀνόματος ὅλων: «Κύριε τὶς ἐστιν»; καὶ ὁ Κύριος ἀπάντησε: «Ἐκεῖνος ἐστιν ὦ ἐγὼ βάψας τὸ ψωμίον ἐπιδώσω» (Ἰωάν.13,26). Καὶ βουτῶντας τεμάχιο ἄρτου στὸ φαγητὸ τὸ ἔδωσε στὸν Ἰούδα. Αὐτὸς τὸ ἔφαγε καὶ ταυτόχρονα «εἰσῆλθεν εἰς ἐκεῖνον ὁ Σατανᾶς» (Ἰωάν.13,27). Ὁ Ἰησοῦς του εἶπε: «ὃ ποιεῖς, ποίησον τάχιον» (Ἰωάν.13,27). Ὁ προδότης μαθητὴς ἔφυγε βιαστικά, ἀπομακρυνθεῖς γιὰ πάντα ἀπὸ τὴ χορεία τῶν μαθητῶν καὶ ἀπὸ τὴν κοινωνία τοῦ Θείου Διδασκάλου. «Ἢν δὲ νὺξ» προσθέτει ὁ Ἰωάννης. «Νὺξ πραγματική, τονίζει σύγχρονος συγγραφέας, ἀλλὰ καὶ νὺξ πνευματικὴ ἐν τῇ ψυχῇ τοῦ Ἰούδα, ἐν ἡ το φῶς τοῦ θείου Πνεύματος διὰ παντὸς ἐσβέσθη»!
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ Κύριος προέβη στὴ σύσταση τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἔλαβε ἄρτο καὶ ἀφοῦ εὐχαρίστησε ἔκοψε αὐτὸν σὲ τεμάχια καὶ ἔδωκε στοὺς μαθητές του λέγοντας: «Λάβετε, φάγετε, τοῦτο ἐστι τὸ σῶμα μου», τὸ ἀληθινὸ τὸ πραγματικό, «τὸ ὑπὲρ ὑμῶν διδόμενον» (Λούκ.22,19). Ὕστερα πῆρε τὸ ποτήριο τῆς εὐλογίας, ποὺ ἦταν γεμᾶτο μὲ οἶνο, καὶ ἀφοῦ ἀνέπεμψε εὐχαριστήριο δέηση στὸ Θεὸ Πατέρα ἔδωκε στοὺς μαθητές Του λέγοντας: «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες΄ τοῦτο γὰρ ἐστι τὸ αἷμα μου, τὸ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Μάτθ.26,28, Μάρκ.14,24).
Ἀφοῦ κοινώνησαν ὅλοι καὶ ἔφαγαν, ὁ Κύριος μίλησε καὶ ἀπεύθυνε τὴν τελευταία ἀποχαιρετιστήρια ὁμιλία Του στοὺς μαθητές Του.
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης διασώζει στὸ Εὐαγγέλιό Του ὁλόκληρη αὐτὴ τὴν ἐκτενῆ ὁμιλία στὰ κεφάλαια 13-16. Ὁ τρόπος τῆς ὁμιλίας προδίδει στὸν Κύριο δραματικὴ ἔκφραση. Ὡς ἄνθρωπος μπροστὰ στὸ μαρτύριο, τὸ ὁποῖο γνωρίζει ὡς Θεὸς ἀγωνιᾶ καὶ λυπᾶται. Ἀρχίζει μὲ τὸ «Νῦν ἐδοξάσθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ Θεὸς ἐδοξάσθη ἐν αὐτῷ» (Ἰωάν.13,31). Τὰ παθήματα ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν καὶ ἡ ταπείνωση θὰ εἶναι ἡ δόξα τοῦ Υἱοῦ καὶ συνάμα αὐτὴ θὰ εἶναι ἡ δόξα τοῦ Πατέρα. Οἱ ἀλήθειες καὶ οἱ ἠθικὲς ἰδέες τῆς ὁμιλίας τὴν καθιστοῦν πραγματικὰ μοναδική. Ἡ τρυφερότητα πρὸς τοὺς μαθητές Του εἶναι ἔκδηλη, τοὺς ἀποκαλεῖ «τεκνία». Κύριο χαρακτηριστικὸ τῆς ὁμιλίας εἶναι ἡ προτροπὴ γιὰ ἑνότητα καὶ ἀγάπη μεταξὺ τῶν μαθητῶν καὶ κατ’ ἐπέκταση ὅλων τῶν ἀνθρώπων. «Ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰωάν.13,3) καὶ «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν» (Ἰωάν.14,27).
Μετὰ ἀκολούθησε ἡ περίφημη ἀρχιερατικὴ προσευχὴ τοῦ Κυρίου. Προσεύχεται στὸν Οὐράνιο Πατέρα γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν μαθητῶν Του. Δὲν εὔχεται νὰ τοὺς ἄρει ὁ Θεὸς Πατέρας ἀπὸ τὸν κόσμο, ἀλλὰ νὰ τοὺς διαφυλάξει ἀπὸ τὸν πονηρὸ καὶ τὰ ἔργα του.
Ἀφοῦ περατώθηκε καὶ ἡ προσευχὴ ἡ νύχτα εἶχε προχωρήσει ἀρκετά. Ὁ Ἰησοῦς πῆρε τοὺς μαθητές Του καὶ πῆγε στὸ Ὅρος τῶν Ἐλαιῶν, σὲ ἕνα πραγματικὰ εἰδυλλιακὸ καὶ ἥσυχο τόπο, λίγο ἔξω ἀπὸ τὴ μεγάλη πόλη.
Ἐκεῖ ὑπῆρχε κῆπος στὸν ὁποῖο μπῆκε μὲ τοὺς μαθητές Του γιὰ νὰ προσευχηθεῖ (Ἰωάν.18,1). Νὰ μείνει μόνος «ἐνώπιος ἐνωπίῳ» μὲ τὸν Οὐράνιο Πατέρα καὶ νὰ ἀντλήσει δύναμη γιὰ τὴ μεγάλη δοκιμασία, ποὺ Τὸν περίμενε. Ὁ τρόπος τῆς προσευχῆς ἦταν δραματικός. Ὡς ἄνθρωπος ἀγωνιοῦσε γιὰ τὸ ἐπερχόμενο πάθος. «Περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου» (Μάτθ.26,38) εἶπε στοὺς μαθητές Του. «Παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο» (Μάτθ.26,39) παρακαλοῦσε τὸν Πατέρα καὶ «ἐγένετο δὲ ὁ ἱδρὼς αὐτοῦ ὠσεὶ θρόμβοι αἵματος καταβαίνοντος ἐπὶ τὴν γῆν» (Λούκ.22:45). Μάταια προσπαθοῦσε νὰ νικήσει τὴ νωθρότητα τῶν μαθητῶν Του, οἱ ὁποῖοι δὲ μποροῦσαν νὰ κατανοήσουν τὴν κρισιμότητα τῶν δραματικῶν ἐκείνων στιγμῶν, καὶ ἔπεφταν σὲ βαθὺ ὕπνο.
Κάποια στιγμὴ ἀκούστηκαν φωνὲς καὶ θόρυβος πολύς. Ἔφτασαν οἱ στρατιῶτες μὲ ὁδηγὸ τὸν Ἰούδα γιὰ νὰ συλλάβουν τὸν Ἰησοῦ. Χαρακτηριστικὸ σύνθημα ὁ ἀσπασμὸς τοῦ Διδασκάλου ἀπὸ τὸν Προδότη (Λούκ.22,48). Ὁ Πέτρος χρησιμοποιεῖ βία, κόβει τὸ ἀφτὶ τοῦ στρατιώτη Μάλχου (Ἰωάν.18,11). Παρ’ ὅλα αὐτὰ ἡ σύλληψη πραγματοποιεῖται. Ὁ Κύριος δέσμιος ὁδηγεῖται σὲ ὁλονύκτιες ψεύτικες δίκες γιὰ νὰ καταδικαστεῖ καὶ νὰ σταυρωθεῖ.
Τὰ γεγονότα ποὺ ἔλαβαν χώρα τὴ Μεγάλη Πέμπτη ἔχουν τεράστια σωτηριολογικὴ σημασία γιά μας. Πρὼτ’ ἀπ’ ὅλα ἡ ἑκούσια πορεία τοῦ Κυρίου πρὸς τὸ Πάθος φανερώνει τὴν ἄμετρη θεία εὐσπλαχνία καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν πεσόντα ἄνθρωπο. Ἡ ὁλοκληρωτικὴ νίκη τῆς ἁμαρτίας, τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου μποροῦσε νὰ πραγματοποιηθεῖ μόνο μὲ τὸν σταυρικὸ θάνατο τοῦ ἀναμάρτητου Χριστοῦ.
Μόνο τὸ τίμιο αἷμα τοῦ Μεγάλου Ἀθώου μποροῦσε νὰ καθαρίσει κάθε ρύπο ἁμαρτίας σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν. Μόνο αὐτὸ μποροῦσε νὰ φέρει τὴν καταλλαγὴ καὶ τὴν ἰσορροπία, ποὺ εἶχε διαταράξει σοβαρὰ τὸ κακὸ καὶ ἡ ἁμαρτία. Ὑπέροχο πραγματικὰ εἶναι καὶ τὸ ὑμνολογικὸ περιεχόμενο τῆς ἁγίας αὐτῆς ἡμέρας. Δημοφιλὲς εἶναι τὸ ἀρκτικὸ τροπάριο «Ὅτε οἱ ἔνδοξοι μαθηταί…», μέσῳ τοῦ ὁποίου παροτρύνονται οἱ πιστοὶ νὰ ἀποφύγουν τὰ πάθη τοῦ προδότη Ἰούδα. Ἐπίσης ὁ κανόνας, ποίημα τοῦ Κοσμᾶ τοῦ μοναχοῦ ἀποτελεῖ ἕνα κορυφαῖο ποίημα τῆς Ἐκκλησίας μας. Στὸ κοντάκιο «Τὸν ἄρτον λαβῶν εἰς χεῖρας ὁ προδότης…» ποίημα τοῦ περιφήμου Ρωμανοῦ, ἀποτυπώνεται μὲ ἀκρίβεια ἡ δολιότητα καὶ ἡ ἀθλιότητα τοῦ Ἰούδα. Ὁ Οἶκος, ποίημα τοῦ Συμεῶν τοῦ Ὑμνογράφου, καλεῖ τοὺς πιστοὺς νὰ μιμηθοῦν τοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ προσέλθουν στὴν πνευματικὴ τράπεζα «καθαραῖς ταῖς ψυχαῖς», νὰ ζήσουν τὸ μυστήριο τῆς ἀπολύτρωσης. Ἐκπληκτικὰ τροπάρια εἶναι τὰ στιχηρὰ τῶν Αἴνων «Συντρέχει λοιπὸν τὸ συνέδριον τῶν Ἰουδαίων…» ποίημα Κοσμᾶ τοῦ μοναχοῦ, «Ἰούδας ὁ παράνομος ὁ βάψας ἐν τῷ δείπνῳ τὴν χεῖρα…», «Ἰούδας ὁ προδότης δόλιος ὤν…» κλπ., ποιήματα Ἰωάννου τοῦ μοναχοῦ, ἱστοροῦν τὴν προδοσία τοῦ ἀγνώμονα μαθητή. Ὑπέροχο εἶναι ἀκόμα καὶ τὸ δοξαστικὸ «Ὀν ἐκήρυξεν Ἀμνὸν Ἠσαίας ἔρχεται ἐπὶ σφαγὴν ἑκούσιον…». Καταπληκτικὰ εἶναι ἐπίσης καὶ τὰ ἀπόστιχα τροπάρια, ποιήματα τοῦ πατριάρχου Μεθοδίου, «Σήμερον τὸ κατὰ τοῦ Χριστοῦ πονηρὸν συνήχθη συνέδριον…», «Σήμερον ὁ Ἰούδας το τῆς φιλοπτωχείας κρύπτει προσωπεῖον…», καὶ « Μηδείς, ὦ πιστοί, τοῦ δεσποτικοῦ δείπνου ἀμύητος…», παρουσιάζουν κατὰ τρόπο ποιητικότατο τὴν σύλληψη καὶ τὴν ψευδοδίκη τοῦ Κυρίου. Θαυμαστὸ εἶναι ἀκόμα καὶ τὸ δοξαστικό των ἀποστίχων «Μυσταγωγῶν σου Κύριε…» μὲ τὸ ὁποῖο καλοῦνται οἱ μαθητές Του ἀπὸ Αὐτὸν νὰ γίνουν διάκονοι τῶν ἀνθρώπων, ὅπως Ἐκεῖνος.
Αὐτὴ ἡ Μεγάλη Θυσία μπορεῖ νὰ ἔχει πρακτικὰ ἀποτελέσματα στὴν Ἐκκλησία, μέσῳ τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τὴν ὁποία παρέδωσε ὁ Κύριος τὴ σημερινὴ ἡμέρα στοὺς μαθητές Του καὶ μέσῳ αὐτῶν στὴν Ἐκκλησία. Ἡ ἀπολυτρωτικὴ Θυσία τοῦ Σταυροῦ συνεχίζεται στὸ διηνεκὲς στὶς ἅγιες Τράπεζες τῶν ναῶν, ὡς τὴν κυριότερη ἁγιαστικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ Κύριος εἶναι παρὼν στὴν Ἐκκλησία Τοῦ μέσῳ τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τὴ Θείας Εὐχαριστίας. Ἐμεῖς γινόμαστε ὀργανικά, πραγματικά, μέλη τοῦ μυστικοῦ Τοῦ Σώματος μὲ τὴν Κοινωνία τοῦ ἁγίου Σώματός Του. Ἔτσι συντελεῖται ἡ σωτηρία μας.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο, καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον, φεῦγε ἀκόρεστον ψυχὴν τὴν Διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὸν ἄρτον λαβών, εἰς χεῖρας ὁ προδότης, κρυφίως αὐτάς, ἐκτείνει καὶ λαμβάνει, τὴν τιμὴν τοῦ πλάσαντος, ταῖς οἰκείαις χερσὶ τὸν ἄνθρωπον, καὶ ἀδιόρθωτος ἔμεινεν, Ἰούδας ὁ δοῦλος καὶ δόλιος.
ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
17 Ἀπριλίου 2025 ἑορτάζουν:
Μεγάλη Πέμπτη – Ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος
Ἅγιος Συμεῶν ἐπίσκοπος Περσίας καὶ οἱ μαρτυρήσαντες μαζὶ μ’ αὐτὸν Αὔδελας ὁ πρεσβύτερος, Γοθαζάτ, Φουσὶκ καὶ ἄλλοι 1150
Ἅγιος Ἀδριανὸς ὁ Νέος
Ἅγιος Μακάριος Ἀρχιεπίσκοπος Κορίνθου
Ἅγιος Ἀγαπητὸς πάπας Ρώμης
Ἅγιος Ἀζὰτ ὁ Εὐνοῦχος
Ὅσιος Παΐσιος, διὰ Χριστὸν σαλός
Ὅσιος Ζωσιμάς
Ἅγιος Ἀνίκητος ὁ Ἱερομάρτυρας πάπας Ρώμης
Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Μεγάλος
Μετακομιδὴ τῶν Ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ὁσίου Ἀλεξάνδρου του ἐκ Ρωσίας
Ἅγιος Donnan καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Μάρτυρες