Γέροντας Κύριλλος Ἡγούμενος Ι. Μ. Ὁσίου Δαυίδ: «Ἂν τεντώσουμε τὸ χέρι μᾶς θ’ ἀγγίξουμε τοὺς Ἁγίους μας!»

Γέρων Γαβριήλ Ἡγούμενος Ι. Μ. Ὁσίου Δαυίδ:

«Τὴν εὐχὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων νὰ ἔχουμε καὶ τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας, ἐξαιρέτως τοῦ Ἁγίου Γέροντός μας, π. Κυρίλλου, ποὺ σὰν αὔριο τὸ πρωὶ 30 Μαρτίου τοῦ 2012, Παρασκευὴ τοῦ Ἀκαθίστου ἦταν, τὶς πρῶτες πρωινὲς ὧρες, ἀνέβηκε στὰς Αἰωνίους Μονάς.

Ἕνα πρᾶγμα θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ πῶ. Τὶς πρῶτες πρωινὲς ὧρες ἔφυγε, στὶς 30 Μαρτίου, ὅπως εἴπαμε, Παρασκευὴ τοῦ Ἀκαθίστου.

Ἡ ψυχή του ἀνέβαινε στὰ Οὐράνια, ταυτόχρονα, ὅμως, παραβρέθηκε, ὁλοζώντανος, σὲ πνευματικὸ ἀδελφό του καὶ συλλειτουργό του καὶ πνευματικό του τέκνο, ἀφοῦ ἐρχόταν καὶ ἐξομολογεῖτο στὸ πετραχήλι του, στὸν π. Ἀθανάσιο Ἀττάρτ, στὴν Παναγία τὴ Χρυσοσπηλιώτισσα, ὁ ὁποῖος πάντοτε πηγαίνει πρωινὲς ὧρες, πολὺ πρωινές, καὶ τελεῖ τὰ καθήκοντά του.

Αὐτὴ τὴ μέρα μπῆκε στὸ Ἱερὸ καὶ «ἀπὸ ἕναν μαῦρο μπόγο», ὅπως μᾶς εἶπε, «ξεπετάχτηκε ὁ ἐξαποδώ, ὁ διάβολος». Τοῦ ἔκανε ἐπίθεση, τὸν χτύπαγε.

«Νά», μοῦ λέει, «τὸ μικρὸ δαχτυλάκι μου θέλει ἐπέμβαση γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ, μοῦ τὸ ἔσπασε».

Κι ἐκείνη τὴν ὥρα τῆς ταλαιπωρίας τοῦ ΒΛΕΠΕΙ ΟΛΟΖΩΝΤΑΝΟ νὰ τοῦ παραστέκεται ὁ Γέροντας Κύριλλος καὶ τοῦ λέει:

«Πάτερ Ἀθανάσιε, πᾶρε τὸ Σταυρὸ ποὺ εἶναι στὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ σταύρωσε τὸ δαίμονα, σφράγισέ τον».

Αὐτὸ ἔκανε, ἔκανε ὑπακοὴ κι ὁ ἐξαποδὼ ἐξαφανίστηκε.

Καὶ τότε καὶ τώρα ἀναρωτιέμαι… ἀναρωτιέται κανεὶς καὶ λέει… μὰ πόση παρρησία εἶχε αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ἐνῷ ἀνέβαινε ἡ ψυχή του στὰ Οὐράνια, ποὺ περνάει κανεὶς ἀπὸ αὐτὴ τὴ διαδικασία των τελωνίων, ὅπως μᾶς τὴν περιγράφουν οἱ Πατέρες, ταυτόχρονα νὰ μπορεῖ νὰ παρίσταται, ἐκείνη ἀκριβῶς τὴν ὥρα, στὸν πατέρα Ἀθανάσιο γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει.

ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΑ!».

YouTube: Ὁ μακαριστὸς ἅγιος Γέροντας Κύριλλος. Ὁμιλία Γέροντος Γαβριήλ – 29/03/2021 (Οὐράνια νάματα)

 

Ἔλεγε ὁ μακαριστὸς Γέροντας Κύριλλος, Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ὁσίου Δαυίδ, γνήσιος ὑποτακτικὸς καὶ ἄξιος διάδοχος τοῦ Ὁσίου Ἰακώβου:

«Ἂν ἐπαληθεύονταν οἱ γιατροὶ στὰ ὅσα λένε, ὁ μισὸς πληθυσμὸς θὰ εἶχε πεθάνει. Ἡμερομηνία λήξης βάζει μόνο ὁ Θεός».

«Εἶναι τόσα πολλὰ τὰ θαύματά του Ὁσίου Δαυὶδ καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰάκωβου, ὥστε ἂν δὲν μιλήσουμε ἐμεῖς “οἱ λίθοι κεκράξονται”».

Ὁ Γέροντας Κύριλλος, ἔλεγε: «Ἂν τεντώσουμε τὸ χέρι μᾶς θ’ ἀγγίξουμε τοὺς Ἁγίους μας!»

«Τὴν εὐχὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας μας», ἦταν τὰ λόγια ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὸ στόμα καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ Γέροντα Κυρίλλου, σὲ ὅποιον ζητοῦσε τὴν εὐχή του.

«Μὲ φαντασίες ζοῦμε. Δὲν κάνουμε τίποτε, καὶ νομίζουμε ὅτι κάτι εἴμαστε. Οἱ Ἅγιοι κάνανε τὰ πάντα καὶ λέγανε ὅτι τίποτε δὲν κάνουνε, ἐνῷ ἐμεῖς… Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός! Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἔλεγε ὅτι εἶναι ‘κύων τεθνηκώς’, ψόφιο σκυλί, κι ἐμεῖς, ἂν κάνουμε κανένα σταυρὸ παραπάνω, ἢ ἂν ἀνάψουμε κανένα κερὶ παραπάνω, νομίζουμε ὅτι κάτι εἴμαστε…»

 

Μᾶς διηγεῖτο Ἅγιος Γέροντας Κύριλλος, γιὰ τὴν γιαγιά του, ὁποία, μιὰ γριούλα ἦταν, ἀλλὰ ἔκανε μέχρι καὶ χιλιάδες μετάνοιες τὸ εἰκοσιτετράωρο, ἰδιαίτερα τὴν νύχτα.

«Κάποτε, ἐκεῖ πού, γονάτιζε καὶ ἔκανε τὶς μετάνοιές της, ἐμφανίστηκε ἕνα ζεῦγος ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς καὶ τῆς λένε:

Ὅλους τοὺς Ἁγίους τοὺς ἐπικαλεῖσαι, ἐμᾶς, ποὺ εἴμαστε οἱ προστάτες σου, οὔτε κἂν μᾶς ἀναφέρεις.

-Ποιοί εἶστε ἐσεῖς; Ρώτησε.

-Εἶμαι ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος καὶ ἡ μητέρα μου Ἁγία Ἑλένη.

Ἀπὸ τότε δὲν σταματοῦσε νὰ τοὺς ἐπικαλεῖται. Εἴδατε; Δίπλα μας εἶναι οἱ Ἅγιοι, προστάτες μας εἶναι!

 

Ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας Κύριλλος, ἤθελε νὰ ἀσπασθεῖ τὸ χεράκι τοῦ Ὁσίου Βησσαρίωνα ποὺ κρατάει σφικτὰ τὸ μικρὸ Εὐαγγέλιο, ἤδη ἀπὸ τὸ χρόνο τῆς ταφῆς του:

«Πλησίασα, μὲ εὐλάβεια πρὸς τὸ ἱερὸ λείψανο καὶ μὲ πίστη εἶπα παρακλητικὰ πρὸς τὸν Ὅσιο: Ἅγιε Βησσαρίων, δὲν φθάνω νὰ σὲ ἀσπασθῶ (ὃ Γέροντας Κύριλλος ἦταν κοντὸς καὶ δυσκίνητος καὶ τὸ σκήνωμα τοποθετημένο ψηλὰ γι’ αὐτόν). Δῷς μου, σὲ παρακαλῶ, τὸ χεράκι σου νὰ τὸ φιλήσω». Ὅ Ὅσιος ἄνοιξε τὸ χέρι του, ἄφησε τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ ὃ πατὴρ Κύριλλος, ἐντελῶς φυσικότατα, ἔλαβε τὸ χέρι του μὲ τὸ δικό του χέρι. Τὸ σήκωσε στὸ ὕψος τοῦ στόματός του σὰν νὰ ἦταν ἕνα σῶμα ζωντανὸ μὲ ἐλαστικότητα, τὸ ἀσπάσθηκε μὲ σεβασμὸ καὶ τὸ ἄφησε στὴν ἀρχική του θέση. Ὅ Ὅσιος ξανάπιασε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἔκτοτε ἐξακολουθεῖ νὰ τὸ κρατάει σφικτά…

 

Περὶ ἐκκλησιασμοῦ

«Ὁ Ἅγιος Γέροντας Κύριλλος, πάντα τόνιζε τὴν ἀξία τοῦ ἐκκλησιασμοῦ, ὅμως ἔλεγε: ὁ διάβολος προσπαθεῖ νὰ ἐμποδίσει τὸν ἐκκλησιασμό. Ἡ νηστεία, ἡ ἐλεημοσύνη, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη πλησιάζουν τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὸ Θεό, ἡ προσευχὴ ὅμως καὶ ἰδιαίτερα μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἑνώνει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Θεό, παντρεύει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Θεό. Ἂν εἶναι τὸ ἕνα χέρι ὁ Θεὸς καὶ τὸ ἄλλο ὁ ἄνθρωπος ἑνώνονται τὰ δύο χέρια καὶ γίνονται ἕνα.

Παράδειγμα: Βγαίνετε, ἀπ’ τὸ σπίτι σας μιὰ μέρα, περπατᾶτε ἢ εἶστε μὲ τὸ αὐτοκίνητό σας καὶ κάπου βλέπετε στὸ δρόμο σας ἕναν πεσμένο ἄνθρωπο, δὲν τὸν παραβλέπετε, εἶναι πεσμένος εἴτε ἀπὸ τὸ κρύο εἴτε ἀπὸ τὴν πολλὴ ζέστη ἀνάλογα τὴν ἐποχὴ ἢ ἀπὸ τὴν πεῖνα ἢ ἀπὸ τὴ δίψα ἢ ἀπὸ ἄλλη ταλαιπωρία. Πᾶτε κοντά του, τὸν σηκώνετε, τοῦ προσφέρετε τὶς πρῶτες βοήθειες, ἀκοῦτε τὸν πόνο του, τὸν βοηθᾶτε καὶ συνέρχεται, διαπιστώνετε καὶ τὴ φτώχεια του κι ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἔτυχε νὰ ἔχετε μέσα στὴν τσέπη σας 168 χρυσὲς λίρες.

Σκέφτεστε, ὡς φιλάνθρωποι καὶ ἐλεήμονες, “θὰ δώσω αὐτοῦ τοῦ φτωχοῦ τὶς 165 λίρες καὶ θὰ κρατήσω γιὰ μένα τὶς 3”. Πράγματι, ἔτσι κάνετε καὶ ἀφοῦ συνῆλθε ὁ ἄνθρωπος καὶ ἑτοιμάζεστε νὰ φύγετε, πετιέται ἀπάνω, σηκώνεται, σᾶς πιάνει ἀπ’ τὸ λαιμὸ καὶ σᾶς λέει “ἢ μοῦ δίνεις καὶ τὶς 3 ποὺ κράτησες, ἢ σὲ σκότωσα”.

Πῶς θὰ τὸν χαρακτηρίζατε τὸν ἄνθρωπο αὐτόν; Τί θὰ περιμέναμε ὅλοι μας, νὰ μᾶς πεῖ, ἔστω κάτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος;

Καὶ ὅλοι οἱ ἀκροατὲς μὲ ἕνα στόμα λέγαμε:

Θὰ περιμέναμε, τοὐλάχιστον, ἕνα εὐχαριστῶ…

Γέροντας Κύριλλος: Ἂντ’ αὐτοῦ, ὅμως, μᾶς φέρθηκε κατὰ αὐτὸ τὸν τρόπο, πῶς τὸν χαρακτηρίζετε;

Ἄλλοι ἔλεγαν ἄπληστος, ἄλλοι ἔλεγαν ἀχάριστος, ἀλλὰ κυρίως ἐντόπιζαν στὸ ἀχάριστος.

Καὶ συνέχιζε ὁ Γέροντας: Ἡ ζωή μας εἶναι στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς εἶναι Ἄχρονος, χρόνο βάλαμε ἐμεῖς στὴ ζωή μας, γιὰ νὰ τὴ ρυθμίζουμε, νὰ ρυθμίζουμε τὶς ὑποχρεώσεις μας.

Καὶ ρωτοῦσε:

Ἀδελφοί μου, μιὰ ἑβδομάδα πόσες ὧρες ἔχει στὸ σύνολο της; 24 ὧρες ἐπὶ 7, τὸ σύνολο εἶναι 168 ὧρες. Τόσες ἦταν καὶ οἱ χρυσὲς λίρες…

Καὶ ἔλεγε, σύμφωνα μὲ τὸ προηγούμενο παράδειγμα:

Ὁ Θεός μας δίνει τὶς 165 ὧρες τῆς ἑβδομάδος καὶ μᾶς λέγει: παιδιά μου ἐργαστεῖτε, φᾶτε, πιεῖτε, κοιμηθεῖτε, κάντε τὶς ὑποχρεώσεις σας, γλεντῆστε ἀκόμα τὶς 165 ὧρες τῆς ἑβδομάδος, τὶς τρεῖς ὧρες, λέει ὁ Θεός, τὶς κρατάω γιὰ μένα.

Πολλὲς ὧρες ἦταν; ἀναρωτιόταν ὁ Γέροντας. Γιὰ νὰ ἔρχεστε παιδιά μου στὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ λέτε ἕνα εὐχαριστῶ γιὰ τὴ βδομάδα ποὺ πέρασε, ἢ ἕνα σὲ παρακαλῶ Θεέ μου γιὰ τὴ βδομάδα ποὺ θά ‘ρθει. Κι ἐμεῖς, μιμούμενοι τὸν ἄνθρωπο τοῦ παραδείγματός μας, πιάνομε τὸ Θεὸ ἀπ’ τὸ λαιμὸ καὶ τοῦ λέμε:

Ὄχι Θεέ μου, δῶσ μου καὶ αὐτὲς τὶς τρεῖς ὧρες, εἶμαι κουρασμένος, θέλω νὰ κοιμηθῶ, ἔχω κάνει πολλὲς δουλειὲς ἐχτές, ξενύχτησα, θέλω νὰ πάω μία ἐκδρομή, ἔχω νὰ κάνω δουλειές…»

Γέρων Γαβριήλ, Ἡγούμενος Ι. Μ. Ὁσίου Δαυίδ

(Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ κήρυγμα τῆς 6/12/2020, στὴν Ι. Μ. Ὁσίου Δαυίδ)

Συντάκτης

Σχολιάστε

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί.Τα απαραίτητα πεδία είναι μαρκαρισμένα *