Γιατί τόσο μῖσος ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν;

Κάποτε μὲ εἶχε ἐπισκεφθεῖ ἕνας μεγαλόσχημος μοναχὸς ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἦταν 7 τὸ ἀπόγευμα. Ἔδειχνε ἄνθρωπο τρομοκρατημένο. Λὲς καὶ εἶχε ἰδεῖ φάντασμα. Πράγματι, δὲν εἶχα πέσει καὶ πολὺ ἔξω.

Ὅπως προχωροῦσε ἢ συζήτηση, ἴσχυρίζετο πῶς οἱ δαίμονες ἔχουν τὴν ἱκανότητα νὰ παρουσιάζονται στοὺς ἀνθρώπους ἀκόμη καὶ αἰσθητά.

–Καὶ τοὺς ἔχετε δεῖ; Τὸν ρώτησα.

–Ναί. Ναί. Τοὺς εἶδα μὲ τὰ ἴδια μου τὰ μάτια, ὅπως βλέπω τώρα ἐσένα. Μετὰ τὴν θεία λειτουργία γύρισα στὸν κελί μου. Εἶπα νὰ ξαπλώσω γιὰ λίγο, μέχρι νὰ σημάνει ἢ ὥρα γιὰ φαγητό. Ἢ πόρτα του κελιοῦ μοῦ ἦταν κλειστὴ καὶ κλειδωμένη. Καί, νά σου, ξαφνικά, βλέπω δύο μαῦρες φιγοῦρες νὰ στέκονται μέσα στὸ κελί μου. Ἀπὸ ποῦ τάχα μπῆκαν; σκέφτηκα. Καὶ ἄκουσα τὸν ἕνα νὰ λέγει στὸν ἄλλο:

«Ἔλα, ἔλα γρήγορα, νὰ τὸν σκοτώσουμε, τώρα ποῦ εἶναι μόνος του!» Κατατρομαγμένος ἀνοίγω διάπλατα τὰ μάτια, μήπως καὶ ὀνειρεύομαι. «Μὰ εἶναι ξύπνιος», εἶπε ὃ ἄλλος. «Καὶ τί πειράζει; Φέρε τὸ γρήγορα ἐδῶ». Τοὺς εἶδα νὰ μεταφέρουν ἕνα τεράστιο σεντόνι. «Γρήγορα ρέ, ρῖξε τὸ ἐπάνω του. Θὰ νομίσουν ὅτι πέθανε ἀπὸ ἀσφυξία». Στὰ λόγια αὐτὰ ἀνασηκώθηκα. Ἔκαμα τὸν σταυρό μου καὶ φώναξα, ὅσο ἄντεχαν τὰ πνευμόνια μου:

«Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησε με!»

Τὴν ἴδια στιγμή, λὲς καὶ τοὺς χτύπησε ἠλεκτρικὸ ρεῦμα, τὰ δαιμόνια ἐκτινάχτηκαν στὴν ἄλλη ἄκρη του κελιοῦ. Ἀφοῦ ἐπῆρα θάρρος, τοὺς ἐρωτάω:

–Τί θέλετε ἀπὸ ἐμένα, ταλαίπωροι; Γιατί τόσο μῖσος ἐναντίον τῶν χριστιανῶν;

–Σᾶς φθονοῦμε, γιατί ὃ Θεὸς εἶναι ἄδικος. Γιατί θέλετε νὰ μᾶς πάρετε τὴν θέση!

–Τί; Τὴν θέση; Ποιά θέση;

–Βέβαια, τώρα μᾶς κάνεις καὶ τὸν ἀνίδεο! Ἀπὸ τὴν μιὰ διαπράττετε ἕνα σωρὸ ἁμαρτίες καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τρέχετε κάτω ἀπὸ τὸ «βρωμοπετραχήλι» τοῦ παπᾶ. Σᾶς μουρμουρίζει κάτι λόγια ἀκαταλαβίστικα καὶ ὅλα συγχωροῦνται καὶ σβήνουν!

–Καὶ ἐσεῖς, ἅμα τὸ θελήσετε, ἔχετε τὴν δυνατότητα νὰ σᾶς συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες σας. Αὐτὸ ἀρκεῖ, γιὰ νὰ καταλάβετε τὴν προηγούμενη θέση σας, ἀπὸ τὴν ὅποια ξεπέσατε.

–Καὶ πῶς;

–Ταπεινωθεῖτε! Πηγαίνετε, ἀκόμη καὶ τώρα, μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ ζητῆστε Τοῦ συγγνώμη καὶ ἄφεση.

–Αὐτὸ δὲν πρόκειται νὰ γίνει ποτέ! Ἀκοῦς, τί λέω; Μὲ κανένα τρόπο! Ποτέ! Ποτέ! Οὐδέποτε!!!

–Ἔ, τότε εἶστε ἄξιοι τῆς τύχης σας.

Ὦ! πόσο ἀληθινὰ εἶναι τὰ λόγια τῆς ἁγίας Γραφῆς: «ὃ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν».

Ὅ ὑπερήφανος βλέπει τὸν Θεὸ σὰν ἀντίπαλο του. Μὰ καὶ γιὰ τὸν Θεὸ ὃ ὑπερήφανος εἶναι ἐχθρός Του. Δηλαδή, ξένος καὶ ἀποξενωμένος ἀπὸ τὸ ἔλεος καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Ἀντίθετα, ὃ ταπεινὸς εἶναι ἄξιος τῆς χάρης καὶ τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Ἄξιος νὰ ἀποκατασταθεῖ στὴν προηγούμενη δόξα του.

ΒΙΒΛΙΟΓ. ΟΣΙΟΣ ΣΤΑΡΕΤΣ ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ ΤΕΥΧΟΣ Γ ΕΚΔΟΣΗ Ι.Μ. ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΠΡΕΒΕΖΗΣ

Συντάκτης

Σχολιάστε

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί.Τα απαραίτητα πεδία είναι μαρκαρισμένα *