
Ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης:
Κάθε φορὰ ἐξετάζω τὸν βίο τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου Ἐπισκόπου Ἰππῶνος ἀπὸ διάφορες πλευρές. Διότι ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος εἶναι ἕνα πολύεδρο διαμάντι ποῦ λάμπει ἀπὸ ὅποια πλευρὰ κι ἂν τὸ δοῦμε.
Ἕνα θέμα ποῦ ἄρεσε πολὺ στὸν ἴδιο, εἶναι τὸ θέμα τῆς ἁμαρτίας ἐν σχέσῃ μὲ τὴ θεία χάρι. Μελέτησε ἰδιαιτέρως τὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, κ’ ἐκεῖ βρῆκε τὸ χωρίο αὐτὸ τὸ τόσο σημαντικό, ποῦ λέει ὅτι «ὅπου ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρώμ. 5,20).
Τί μᾶς παρουσιάζει; Δυὸ πραγματικότητες, ἡ μία εἶναι ἡ ἁμαρτία, ἡ ἄλλη εἶναι ἡ χάρις.
Ἢ ἁμαρτία εἶναι ἡ κλίσης καὶ ροπὴ πρὸς τὸ κακό. Ἢ ἁμαρτία δὲν εἶναι, ὅπως εἶπαν μερικοί, δημιούργημα τοῦ Θεοῦ – ἄπαγε τῆς βλασφημίας. Ὅ Θεὸς ἐποίησε ὅλα «καλὰ λίαν» (Γέν. 1,31), ὅλα ὡραία. Καὶ ὡς κορωνίδα τῆς δημιουργίας ποίησε τὸν ἄνθρωπο. Ὅ ἄνθρωπος, τὸ ἀριστούργημα ὅλων τῶν δημιουργημάτων, προικίστηκε μὲ ἐξαίρετα δῶρα. Τὰ σπουδαιότερα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι δύο, ὁ νοῦς καὶ ἡ ἐλευθέρα βούλησης. Ἐὰν ἔκανε καλὴ χρήση τῶν δώρων αὐτῶν, τότε κοντὰ στὸ «κατ’ εἰκόνα» θ’ ἀποκτοῦσε τὸ «καθ’ ὄμοίωσίν» (ἔ.ά. 1,26), θὰ ἀνερχόταν σὲ ὑψηλὲς βαθμίδες, θὰ ἔφθανε στὴν θέωση, θὰ ἐθεοῦτο. Ἄλλα δυστυχῶς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔκανε καλὴ χρήση τῶν δώρων αὐτῶν. Δὲν ὕπήκουσέ στὸ Θεό, παρέβη τὸ θέλημα Tου, ἔπεσε. Κι ἀπὸ τὴν ὥρα τῆς πτώσεως, μέσα στὴν ψυχή του βλάστησε μία νοσηρὰ κατάστασης, ἡ ἁμαρτία, ποῦ δεσπόζει πλέον στὸν κόσμο. Μὲ τὸ πέρασμα τῶν αἰώνων, διὰ τῆς ἐπαναλήψεως καὶ τῆς ἕξεως, ἡ ἁμαρτία γιγαντώθηκε.
Πῶς νὰ παρομοιάσουμε τὴν ἁμαρτία; Ὅ ἱερὸς Αὐγουστῖνος λέει, ὅτι μοιάζει μὲ ρεῦμα ποταμοῦ, ποῦ τὸ καλοκαίρι φαίνεται ἥσυχο καὶ τὸ διαβαίνεις εὔκολα, ἀλλὰ τὸ χειμῶνα ὀγκώνεται ξαφνικά, γκρεμίζει γεφύρια, πλημμυρίζει κάμπους, πνίγει ζῶα καὶ ἀνθρώπους, προκαλεῖ φόβο. Μικρὸ τὸ κακὸ ποῦ προξενοῦν οἱ ποταμοὶ μπροστὰ στὸν κατακλυσμὸ τῆς ἁμαρτίας.
Φιλόσοφοι προσπάθησαν ν’ ἀνακόψουν τὸ ρεῦμα τῆς ἁμαρτίας, ὕψωσαν ἀναχώματα, εἶπαν καὶ ἔγραψαν πολλά. ‘Ἂλλ’ ἡ ὁρμὴ τοῦ ρεύματος τῶν παθῶν ἦταν τόση, ὥστε παρέσυρε τὰ πάντα, ὅπως τὸ κῦμα τὰ παιχνίδια τῶν παιδιῶν στὴν ἀκροθαλασσιά. Πανίσχυρη ἦταν ἡ ἁμαρτία, κι ὁ ἄνθρωπος ἀναστέναζε κάτω ἀπὸ τὸ κράτος της. Ἐκφραστὴς τοῦ πανανθρώπινου πόνου εἶναι στοὺς μὲν ἀρχαίους χρόνους ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, περιγράφει θεόπνευστος τὸ δρᾶμα κι ἀναστενάζει, «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος, τὶς μὲ ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (ἔ.ά. 7,24). Στοὺς δὲ νεωτέρους χρόνους ὁ ποιητὴς Σαίξπηρ, αὐτὸς στὰ δράματα τοῦ δὲν κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ περιγράφει τὴν ἐναγώνια πάλη, ποῦ ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νὰ κάνη ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, καὶ τέλος τὴν ἄδοξη ἧττα του. Εἴτε βασιλιᾶς Εἴτε αὐτοκράτωρ Εἴτε φιλόσοφος, ὅλοι ὁμολογοῦν τὴ δυναστεία τῆς ἁμαρτίας. «Ἐβασίλευσεν», «ἔπλεόνασέν ἢ ἁμαρτία» (ἔ.ά. 5,20-21), ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.
Ἄλλα δόξα τῷ Θεῷ κάποτε ἦρθε κάποιος ποῦ ἔλυσε τὸ δρᾶμα, εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἂς μὴν τὸν πιστεύουν πολλοί. Ἐκεῖνος ἦρθε καὶ νίκησε τὸ ἠθικὸ κακό, νίκησε τὴν ἁμαρτία. Νίκησε στὴν ἔρημο πέραν τοῦ Ἰορδανοῦ, ὅπου ἀπέκρουσε τοὺς τρεῖς πειρασμούς. Νίκησε στὴ Γεσθημανή, ὅπου ὁ πονηρὸς προσπάθησε πάλι νὰ κάμψη τὴ βούληση του, ἂλλ’ ἐκεῖνος εἶπε, «Πάτερ μου, εἰ δυνατὸν ἐστί, παρελθέτω ἄη’ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο’ πλὴν οὔχ ὡς ἐγὼ θέλω, ἂλλ’ ὡς σὺ» (Μάτθ. 26,39). Νίκησε πάνω στὸ σταυρὸ ὁριστικῶς καὶ τελεσιδίκως, Καὶ γιὰ αὐτὸ φώναξε «Τετέλεσται» (Ἴωάν. 19,30). Νίκησε πρὸ παντὸς τὴν ὥρα τῆς Ἀναστάσεως, ὅταν κατέλυσε τὸ βασίλειο τοῦ θανάτου καὶ τοῦ ἀδου.
Εἶναι ὁ μονὸς ἀληθινὸς νικητής. Ἀναγορεύθηκαν καὶ ἄλλοι νικηταί, σὲ ἄλλους τομεῖς, μὰ Τί τὸ ὄφελος; Ὑπῆρξε ἐνδοξότερος ἀπὸ τὸ Μέγα Ἀλέξανδρο; Καὶ ὅμως ὁ ἀήττητος αὐτός, νικήθηκε κάποτε ἀπὸ τὴ μέθη. Ὅ νικητὴς λαῶν ὁλοκλήρων, νικημένος ἀπὸ ἕνα πάθος! Γι’ αὐτὸ οἱ ἀρχαῖοι ἔλεγαν, ὅτι ὑψίστη νίκη εἶναι νὰ νικᾶ κανεὶς τὸν ἑαυτό του, τὰ πάθη του.
Νίκησε λοιπὸν ὁ Χριστός. Κι ὄχι μόνο νίκησε, ἀλλὰ συνέβη καὶ τοῦτο τὸ θαυμαστό, ὁ Σταυρὸς καὶ ἢ Ἀνάστασί του ἔγιναν πηγὴ δυνάμεως καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ νικᾶ Καὶ αὐτὸς τὴν ἁμαρτία. Ἔγιναν τρόπον τινὰ σταθμὸς παραγωγῆς ρεύματος ἠλεκτρισμοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη μας, ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἐκπέμπει ρεῦμα μυστικό. Τὸ δὲ ρεῦμα αὐτό, ποῦ διοχετεύεται διὰ τῆς Ἐκκλησίας μας, ὀνομάζεται μὲ τὴ γλῶσσα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου χάρις.
Χάρις! Πῶς νὰ σᾶς τὴν παραστήσω; Ὅ Ἱερὸς Αὐγουστῖνος δίνει μία εἰκόνα. Ἁμαρτία καὶ χάρις παλεύουν. Ὑποθέστε, ὅτι ἔχετε μπροστά σας μία ζυγαριὰ μὲ δύο δίσκους. Στὸν ἕνα βάλτε ὅλες τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου, τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὖας, τῶν ἀπογόνων τους, τὶς ἁμαρτίες τὶς δικές μου, τὶς δικές σου, ὅλων τῶν ἀνθρώπων ὅλων τῶν γενεῶν μέχρι συντέλειας τοῦ αἰῶνος. Θὰ δοῦμε, ὅτι ἡ ζυγαριὰ ἀπὸ τὸ τόσο βάρος γέρνει πρὸς τὸν δίσκο αὐτόν. Ἁλλὰ ξαφνικὰ ἡ ζυγαριὰ κλίνει πρὸς τὸν ἄλλο δίσκο. Τί συνέβη; Τί ἔπεσε σ’ αὐτόν; Μήπως τὰ καλά μας ἔργα; Τὰ δάκρυα μας; Οἱ ἁγιοσύνες τῶν ἀσκητῶν; Ὄχι. Ἀλλὰ Τί;
Μιὰ σταγόνα ἀπὸ τὸ Τίμιον Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας! Αὕτη ἔκανε τὸ ζυγὸ νὰ γείρει πρὸς τὰ ἐκεῖ.
-Αὐτὰ εἶναι θεωρίες, θὰ πεῖτε.
Θέλετε νὰ δεῖτε πῶς ἡ θεωρία γίνεται πράξης; Ἰδοὺ τὰ παραδείγματα τῶν ἁγίων. Ὄχι ἕνας καὶ δύο ἀλλὰ πλῆθος ἅγιοι βεβαιώνουν, ὅτι «ὅπου ἔπλεόνασέν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις». Ἀναφέρω δύο καὶ τελειώνω.
Τὸ ἕνα εἶναι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τί ἦταν; Φανατικὸς διώκτης τῆς Ἐκκλησίας. Βλαστημοῦσε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Συνελάμβανε καὶ φυλάκιζε τοὺς Χριστιανούς. ‘Ἀλλὰ σὲ μιὰ στιγμὴ μετεβλήθη ριζικῶς. Ὅ διώκτης ἔγινε κῆρυξ. Σ’ αὐτόν, ποῦ «ἔπλεόνασέν ἡ ἁμαρτία», βλέπουμε ὅτι «ὕπερεπερίσσευσέν ἡ χάρις».
Τὸ ἄλλο παράδειγμα εἶναι ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος. Δὲν γεννήθηκε ἅγιος. Ἁμαρτωλὸς ἦταν. Διέπραξε πολλὲς ἁμαρτίες. Βρῆκε ὅμως κάποτε τὸ θάρρος ὄχι ἁπλῶς νὰ τὶς πεῖ στὸν πνευματικό του πατέρα, ἄλλα καὶ νὰ τὶς γράψει σὲ βιβλίο, στὶς “Ἐξομολογήσεις”. Ἦρθε καὶ σ’ αὐτὸν ἡ χάρις, καὶ πῆρε τὸ κουρέλι αὐτὸ καὶ τὸ ἔκανε ἅγιο καὶ πατέρα τῆς Ἐκκλησίας. Ὄντως καὶ ἐδῶ, «ὅπου ἔπλεόνασέν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἢ χάρις».
Ὅ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ἑρμηνεύοντας τὸ χωρίο αὐτό, λέει «Ὑποθέστε, ὅτι κάποιος ἔχει χρέος, κ’ ἐπειδὴ δὲ’ μπορεῖ νὰ τὸ ἐξόφληση συλλαμβάνεται καὶ ὁδηγεῖται στὴ φυλακή. Αἴφνης κάποιος φιλάνθρωπος ἀναλαμβάνει, τοῦ στέλνει ἕνα τσὲκ καὶ μ’ αὐτὸ ὄχι μόνο ἐξοφλεῖ τὸ χρέος του, ἄλλα καὶ τοῦ περισσεύουν χρήματα, μὲ τὰ ὅποια βγαίνοντας ἀπὸ τὴ φυλακὴ ζεῖ εὐτυχισμένος. Αὐτὸ εἶναι ἢ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἕνα πνευματικὸ τσέκ, ποῦ σὲ λυτρώνει».
Ἀδελφοί μου! Δύο πράγματα ὑπάρχουν στὴ ζωή. Τὸ ἕνα εἶναι ἢ ἁμαρτία, ποῦ μοιάζει σὰν τὴ Λερναία Ὕδρα μὲ τὰ ἑφτὰ κεφάλια. Ἐκδηλώνεται ὡς λαιμαργία, ὡς πορνεία, ὡς μοιχεία, ὡς φιλαργυρία, ὡς πλεονεξία, ὡς φιλονικία, ὡς ἐκδίκησης, ὡς φθόνος, ὡς κακία… Ποιός εἶναι «καθαρὸς ἀπὸ ρύπου» ἔστω Καὶ μία ἥμερα ἐὰν εἶναι ἡ ζωή του; (Ἴὼβ 14,4-5).
Τὸ ἕνα ἡ ἁμαρτία καὶ τὸ ἄλλο ἡ χάρις. Δυνατὴ ἡ ἁμαρτία; Ἀλλὰ πιὸ δυνατὴ ἡ χάρις. Αὐτὰ τὰ δυὸ παλεύουν μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά. Ποιός ἀπὸ μᾶς —ἂν εἶναι εὐσυνείδητος— δὲν αἰσθάνεται μέσα του τὴν πάλη αὐτή; Ποιός θὰ νικήσει; Ἢ ἁμαρτία; Ὄχι. Ἢ ἁμαρτία δὲν νικᾶ. Ὅσο κι ἂν «πλεονάζει», ὅσο κι ἂν ἡ κοινωνία μας γίνεται Σόδομα καὶ Γόμορρα καὶ ἐγγίζουμε τὸν πυθμένα τοῦ Ἅδου, ὄχι δὲ θὰ νικήσει ἢ ἁμαρτία θὰ νικήσει ἡ χάρις. Ἢ δὲ χάρις εἶναι ὁ Ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Μὲ τὴν πίστη αὐτὴ κηρύττω κ’ ἐγὼ καὶ πιστεύω, ὅτι στὸ τέλος ἡ βασιλεία τῆς ἁμαρτίας θὰ πέσει.
Ω Χριστέ, Βασιλεῦ τῶν αἰώνων! Ἂς μὴ σὲ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι. Ἐμεῖς σὲ πιστεύουμε καὶ διακηρύττουμε. Κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα καὶ πάνω ἀπὸ τὰ ἄστρα δὲν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο ἀνώτερο, γλυκύτερο, ὑπεροχώτερο ἀπὸ τὸ Χριστό, ὦ παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας, ἀμήν.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Καντιώτη ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱερὸ ναὸ ἁγίου Παντελεήμονος, Φλώρινα, 15-06-1983.
Ἀποφθέγματα τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου Ἐπισκόπου Ἰππῶνος
-Νὰ προσεύχεσαι σὰν ὅλα νὰ ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸν Θεό. Νὰ δουλεύεις σὰν ὅλα νὰ ἐξαρτῶνται ἀπὸ ἐσένα.
-Τὰ θαύματα δὲν εἶναι ἀντίθετα στὴ φύση, ἀλλὰ ἀντίθετα σ’ αὐτὰ ποὺ ξέρουμε γιὰ τὴ φύση.
-Ἡ φιλανθρωπία δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ὑποκατάστατο γιὰ τὴ δικαιοσύνη ποὺ δὲν ἀπονεμήθηκε.
-Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἡ ὀμορφιὰ τῆς ψυχῆς.
-Πίστη εἶναι νὰ πιστεύεις αὐτὸ ποὺ δὲν βλέπεις, ἐνῷ ἀνταμοιβὴ εἶναι νὰ δεῖς αὐτὸ ποὺ πιστεύεις.
-Ἂν ἀπουσιάζει ἡ δικαιοσύνη, τί ἄλλο εἶναι ἡ πολιτικὴ ἐξουσία, παρὰ ὀργανωμένη ληστεία;
-Νὰ μὴ λατρεύεις τὸ Θεὸ ποὺ ἐσὺ δημιούργησες, ἀλλὰ τὸ Θεὸ ποὺ δημιούργησε ἐσένα.
-Ἔχω διαβάσει στὸν Πλάτωνα καὶ στὸν Κικέρωνα ρήσεις ποὺ ἦταν σοφὲς καὶ ὡραῖες. Ἀλλὰ σὲ κανέναν ἀπ’ αὐτοὺς δὲν διάβασα: «ἔλθετε πρὸς ἐμὲ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι».
-Μὴν προσπαθεῖς νὰ κατανοήσεις γιὰ νὰ πιστέψεις. Πίστεψε γιὰ νὰ κατανοήσεις.
-Ἂν πιστεύεις μόνο ὅ,τι σοῦ ἀρέσει ἀπὸ τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπορρίπτεις ὅ,τι δὲν σοῦ ἀρέσει, δὲν πιστεύεις στὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ, πιστεύεις στὸν ἑαυτό σου.
-Ὑπάρχει καὶ κάτι χειρότερο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Εἶναι ἡ ἀλαζονεία τῆς ἀρετῆς.
-Αὐτὸς ποὺ μᾶς δημιούργησε χωρὶς τὴ βοήθειά μας, δὲν θὰ μᾶς σώσει χωρὶς τὴ συγκατάθεσή μας.
-Τὸ νὰ ἀπέχει κανεὶς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ὅταν πιὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἁμαρτήσει, δὲν σημαίνει ὅτι ἔχει ἐγκαταλείψει τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ ὅτι ἡ ἁμαρτία ἐγκατέλειψε αὐτόν.
-Φρόντιζε τὸ σῶμα σου σὰν νὰ πρόκειται νὰ ζήσεις γιὰ πάντα καὶ φρόντιζε τὴν ψυχή σου σὰν νὰ πρόκειται νὰ πεθάνεις αὔριο.
-Κανένα ἐγκώμιο δὲν ὀφείλουμε σ’ αὐτοὺς ποὺ κάνουν μόνο τὸ καθῆκον τους καὶ τίποτε παραπάνω.
-Δὲν εἶναι τὸ μαρτύριο, ἀλλὰ ὁ σκοπὸς ποὺ κάνει τὸν μάρτυρα.
-Αὐτὸς ποὺ εἶναι καλὸς εἶναι ἐλεύθερος, ἀκόμα κι ἂν εἶναι σκλάβος. Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι κακὸς εἶναι σκλάβος, ἀκόμα κι ἂν εἶναι βασιλιᾶς.
-Ὁ Θεὸς δίνει τὸν ἄνεμο. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ σηκώσει τὸ πανί.
-Εἶναι ἡ ματαιοδοξία ποὺ μετέτρεψε τοὺς ἀγγέλους σὲ διαβόλους. Εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη ποὺ μετατρέπει τοὺς ἀνθρώπους σὲ ἀγγέλους.
-Εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ πετάξεις τὰ εἴδωλα ἀπὸ τὸ ναὸ παρὰ νὰ τὰ ξεριζώσεις ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὴ φαντασία τοῦ ἀνθρώπου.
-Τὸ μῖσος εἶναι σὰν νὰ πίνεις ἐσὺ δηλητήριο καὶ νὰ περιμένεις νὰ πεθάνει ὁ ἄλλος.
